Sunday, October 30, 2016

Η έξοδος από το Δραματικό Τρίγωνο (Α' Μέρος)

Πώς κρατάς τον εαυτό σου κολλημένο στο δράμα και πώς να βγεις απ’ αυτό


Οι τρεις πτυχές του Δραματικού τριγώνου

Το Δραματικό Τρίγωνο είναι μια έννοια της Συναλλακτικής Ανάλυσης και περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Stephen Karpman, το 1968. Αποτελείται από τρεις ρόλους τον Διώκτη, το Θύμα και τον Σωτήρα. Στο Δραματικό τρίγωνο υπάρχει ένας πρωταγωνιστής ή Ήρωας που σώζει κάποιον που διώκεται  από κάποιο Κακό Άτομο ή Δύναμη και ως εκ τούτου, το άτομο αυτό είναι το Θύμα.  Κατά τη διαδικασία αυτή, ο Σωτήρας γίνεται  επίσης Θύμα της δύναμης του Διώκτη, αλλά στο τέλος ο Διώκτης γίνεται το Θύμα των ανώτερων ικανοτήτων του Σωτήρα. Αν αυτό σας θυμίζει κάτι, είναι γιατί πρόκειται για την πλοκή όλων των κινουμένων σχεδίων  και κάθε δράματος που έχετε δει ή διαβάσει ποτέ. Την πλοκή αυτή την ονειρεύεστε κάθε βράδυ είτε θυμάστε τα όνειρά σας, είτε όχι.  Το Δραματικό Τρίγωνο ελέγχει και ίσως καταστρέφει τη ζωή σας στο επίπεδο των σχέσεων, των σκέψεων και των ονείρων σας.

Το Δράμα μπορεί να είναι εκπαιδευτικό, ψυχαγωγικό και πολύτιμο, αλλά όταν είσαι το θύμα του δράματος είναι σα να ζεις σε ένα συναισθηματικό τρενάκι χωρίς ηρεμία ή δυνατότητα κατανόησης  του γιατί τα πράγματα εξελίσσονται σε οδυνηρές καταστάσεις, παρά τις καλές σου προθέσεις. Μέσα στο δραματικό τρίγωνο η ζωή είναι πάντα έντονη, αλλά τα πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, παραμένεις κολλημένος. Συνηθίζεις να είσαι δυστυχισμένος, το δράμα γίνεται κάτι το φυσικό και δε μπορείς να φανταστείς μια ζωή με νόημα χωρίς αυτό. Είσαι εθισμένος στο δράμα. Δεν το δημιουργείς εσύ, αλλά το δράμα δημιουργεί εσένα. Και πως ξέρεις  ότι αυτό είναι αλήθεια; Επειδή δε μπορείς  να το σταματήσεις,  ακόμα κι αν έχεις  πείσει τον εαυτό σου  ότι μπορείς, απλά δε γίνεται.


Ο ρόλος του Διώκτη

Οι άνθρωποι σπάνια αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σ’ αυτό το ρόλο. Οι γονείς λένε «σε τιμωρώ για το καλό σου». Πότε η δήλωση αυτή θεωρείται  επιμορφωτική και πότε άσκηση βίας; Τα αφεντικά λένε «δε θέλω να σε απολύσω, δεν είναι κάτι προσωπικό». Πότε μια τέτοια δήλωση είναι  «δημιουργική καταστροφή» (ένας καπιταλιστικός όρος  για να δικαιολογήσει τις απολύσεις) και πότε εκμετάλλευση του εργαζομένου; Οι στρατιώτες σκέφτονται «σκοτώνω τους εχθρούς για να γλιτώσω τον κόσμο από την επιθετικότητά τους». Δικαιολογείται ποτέ η δολοφονία ή  πρόκειται πάντα για δίωξη; Οι ιεροεξεταστές έλεγαν «σε βασανίζω για να σώσω την ψυχή σου». Πότε η βία και η σκληρότητα αποτελούν έκφραση της θέλησης του θεού και πότε πρόκειται  για δίωξη μέσα σε δραματικό τρίγωνο; Πώς μπορείς να κρίνεις με βεβαιότητα τη διαφορά; Οι ερωτήσεις αυτές είναι σημαντικές γιατί είναι στο ρόλο του Διώκτη να δικαιολογεί  τον εγωισμό και την απανθρωπιά του.

Το πρώτο και βασικότερο χαρακτηριστικό του ρόλου του Διώκτη είναι ότι έχει πάντα δίκαιο. Οι Διώκτες γνωρίζουν τι είναι καλύτερο, όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά και για τους άλλους και οι ενέργειές τους είναι πάντα δικαιολογημένες στα μάτια τους και , ως εκ τούτου, δεν είναι ποτέ καταχρηστικές. Αυτό φαίνεται εύκολα στα όργανα επιβολής του νόμου, από τον Πρόεδρο ως τους Δικαστές και τους αστυνομικούς που συνήθως δε μπορούν να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ κοινού καλού και δίωξης, όταν πρόκειται  να δικαιολογήσουν βραχυπρόθεσμους στόχους που βελτιώνουν τη φήμη ή την καριέρα τους, όταν πρόκειται να επανεκλεγούν ή να ανανεώσουν τη θητεία τους ή να βγάλουν χρήματα.

Όταν είσαι στο ρόλο του Διώκτη, οι άνθρωποι παίρνουν αυτό που τους αξίζει ή απλά, εσύ κάνεις  αυτό που πρέπει. Ίσως αυτή η συμπεριφορά δικαιολογείται γιατί κάποιος αθετεί τους κανόνες, απειλείται το έθνος, ή είναι «θέλημα θεού». Οι Διώκτες συχνά βλέπουν τον εαυτό τους ως Θύματα. Θα πουν «αυτό με πονά περισσότερο απ’ όσο πονάει εσένα». Βλέπουν τον εαυτό τους σαν κάποιον που δεν είχε άλλη επιλογή, είναι οι ίδιοι τα θύματα άδικων νόμων ή επαγγελματικών στρατηγικών που πρέπει να ακολουθήσουν, ή εντολών του στρατιωτικού τους διοικητή  που πρέπει να εκτελέσουν, του εργοδότη, της κυβέρνησης , του θεού.  Ακόμα και πρόεδροι  και πρωθυπουργοί δικαιολογούν διώξεις λέγοντας ότι δεν έχουν άλλη επιλογή. Ότι πρέπει να περιορίσουν προσωπικές ελευθερίες των πολιτών για τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας, ότι πρέπει να διεξάγουν πόλεμο  γιατί είναι καθήκον τους. Δεν είναι τίποτα προσωπικό.

Τι συμβαίνει εδώ; Οι διώκτες επιζητούν τον έλεγχο από φόβο να βρεθούν εκτός ελέγχου. Πιστεύουν ότι αν καταφέρουν να αποκτήσουν αρκετή δύναμη, τότε όχι μόνο θα πάει ομαλά η ζωή τους, αλλά και η ζωή των άλλων.  Όπως όταν λέει ένας καλός γονιός «πίστεψέ με, ξέρω τι είναι καλύτερο για ‘σένα. Πρέπει να κάνεις αυτό που σου λέω, για το δικό σου καλό. Διαφορετικά, θα σε τιμωρήσω, αλλά μόνο επειδή νοιάζομαι τόσο πολύ για ‘σένα». Αυτό μπορεί να ακούγεται διεστραμμένο, χοντροειδές, σκληρό και λάθος, αλλά και τόσο γνώριμο καθώς όλ’  αυτά περιγράφουν το ρόλο του Διώκτη.

Όταν τα πράγματα δε λειτουργούν , οι Διώκτες κατηγορούν τους άλλους. Οι γονείς έχουν την τάση να κατηγορούν το σχολείο για τις αποτυχίες των παιδιών τους, οι πολιτικοί κατηγορούν την αντιπολίτευση για τη δική τους έλλειψη ηγετικής ικανότητας, οι δικηγόροι, οι δικαστές και οι αστυνομικοί κατηγορούν τους κακούς νόμους ή «το σύστημα»  για τις δικές τους αυθαιρεσίες και σκληρότητες. Αυτό ονομάζεται «αλλαγή θέματος». Ελπίζουμε δηλαδή ότι θα εκτρέψουμε την ευθύνη από τον εαυτό μας στους άλλους. Το τίμημα είναι ότι στην ουσία, δίνουμε την εξουσία που έχουμε σε οτιδήποτε ή σε οποιονδήποτε θεωρούμε πηγή της δυστυχίας μας. Τα χέρια μας είναι δεμένα λόγω του Θεού, της κυβέρνησης, των κανόνων του τμήματος ή της ανάγκης για «πειθαρχία». Αν αυτό δε λειτουργήσει, λέμε στον εαυτό μας ότι οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν, ότι δε θέλαμε να γίνουμε  σκληροί ή άδικοι ή ότι απλά προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε. Ή μπορεί να πούμε «το έκανα για πλάκα! Δεν έχεις χιούμορ;» Αν τίποτα απ’ αυτά δε λειτουργεί ( ή ακόμα κι όταν το κάνει) θα καταδιώξουμε τους εαυτούς μας δημιουργώντας αίσθημα ενοχής. Στη συνέχεια, μπορεί να κάνουμε διάφορα για να τιμωρήσουμε τον εαυτό μας: λέμε ότι κάναμε λάθος ή ότι είμαστε ανόητοι, ότι έχουμε αποτύχει, νιώθουμε θυμωμένοι με τον εαυτό μας για τις πράξεις του, επιχειρούμε να ξεχαστούμε με το αλκοόλ, τα ναρκωτικά ή άλλου είδους άσχετες μορφές απόδρασης.

Η δίωξη των άλλων μπορεί να είναι μια προσπάθεια να αποφύγουμε το αίσθημα αυτό-δίωξης, ρίχνοντας την ευθύνη αλλού.  Όταν σκεφτόμαστε ότι η επιλογή που έχουμε είναι ή  να κατηγορήσουμε άλλους ή να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας, εύκολα καταλαβαίνουμε γιατί προτιμάμε το πρώτο.  Ωστόσο, καταδιώκοντας τους άλλους, στην πραγματικότητα καταδιώκουμε τα κομμάτια του εαυτού μας που αυτοί εκπροσωπούν. Κατά συνέπεια, η δίωξη των άλλων  πρόκειται πάντα για αυτό-δίωξη.  Η αυτό-δίωξη είναι το βασικό πρόβλημα που μας οδηγεί στο να κατηγορούμε τους άλλους.  Αν μάθουμε πώς να σταματάμε να κατηγορούμε τον εαυτό μας, θα σταματήσουμε να κατηγορούμε και  τους άλλους. Το αντίθετο, δεν ισχύει. Αν δηλαδή σταματήσουμε να κατηγορούμε τους άλλους είναι απίθανο ότι θα σταματήσουμε να κατηγορούμε  τον εαυτό μας.

Είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η ενοχή είναι στην ουσία αυτό-δίωξη. Αν αυτό το αποδεχτούμε ως αλήθεια, τότε όταν επιλέγεις να χρησιμοποιήσεις την ενοχή  για να κάνεις τα παιδιά σου να συμπεριφέρονται σωστά ή για να αλλάξει συμπεριφορά ο σύντροφός σου, αναγνωρίζεις ότι διώκεις τα στοιχεία του εαυτού σου που αυτοί αντιπροσωπεύουν, αντί να βουλιάξεις τη σχέση σου ακόμα περισσότερο  στο όνειρο ή την απατηλή πραγματικότητα του Δραματικού Τριγώνου. Όταν αισθάνεσαι ένοχος, όχι μόνο καταδιώκεις τον εαυτό σου, αλλά τον καταδικάζεις να ζει μέσα στο Δραματικό Τρίγωνο.  Αν θέλεις  να ξεφύγεις, θα πρέπει να αναγνωρίσεις ότι έχεις εθισμό στην ενοχή, τον οποίο πρέπει να σπάσεις.  Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι να σταματήσεις να χρησιμοποιείς τη γλώσσα της ενοχής στην ομιλία και στις σκέψεις σου. Ρώτησε τους άλλους να σου πούνε πόσο συχνά χρησιμοποιείς τις λέξεις «πρέπει», «θα έπρεπε», «οφείλω». Μάθε να μην τις χρησιμοποιείς και να τις υποκαταστήσεις με άλλες όπως «θέλω», «χρειάζομαι», «προτιμώ», τόσο στα λόγια, όσο και στις σκέψεις σου.

Η ζωή δε γίνεται ποτέ καλύτερη για τους διώκτες γιατί ο κόσμος δε θα αλλάξει για να συνάδει με τις μη ρεαλιστικές προσδοκίες τους. Ωστόσο, αυτό δεν τους εμποδίζει να πιστεύουν ότι έτσι θα ‘πρεπε. Έτσι , συνεχίζουν τις μάταιες προσπάθειές τους να καθιστούν τους άλλους υπεύθυνους  για την ευτυχία αλλά και τον πόνο τους, και να κατηγορούν τους άλλους ή τον εαυτό τους όταν ο κόσμος δεν ενεργεί με τον τρόπο που νομίζουν ότι θα έπρεπε. Αν και οι διώκτες συχνά δε θεωρούν τον εαυτό τους απειλητικό, χρησιμοποιούν τον εκφοβισμό και τις απειλές για να πάρουν αυτό που θέλουν. 

Πώς ξέρεις ότι παίζεις το ρόλο του Διώκτη;

Ο ρόλος του Διώκτη βρίσκεται στο μάτι του θεατή, που σε γενικές γραμμές σημαίνει ότι θα πρέπει να μάθεις να σέβεσαι τη γνώμη εκείνων που ισχυρίζονται ότι είναι θύματα κακοποίησης από εσένα. Ωστόσο ένας πιο ακριβής και αποτελεσματικός τρόπος για να καταλάβεις αν παίζεις το ρόλο του Διώκτη, είναι να αναρωτηθείς  «ποια θα ήταν  η αντικειμενική γνώμη κάποιου που δεν είναι προκατειλημμένος προς τη μια ή την άλλη πλευρά;». Για παράδειγμα, στις διαφορές μεταξύ γονέα και παιδιού ή μεταξύ συντρόφων, η προοπτική ενός συμβούλου είναι συχνά πιο αξιόπιστη γιατί είναι πιο αντικειμενική. Σε μια διαφωνία μεταξύ εθνών, ένα διεθνές δικαστήριο είναι συχνά πιο αντικειμενικό και αξιόπιστο.

Δεδομένου ότι οι διώκτες είναι εκ φύσεως τυφλοί στη δική τους καταχρηστικότητα, αν κάποιος σας πει ότι παίζετε το ρόλο του Διώκτη, ζητήστε περισσότερες πληροφορίες. Υποθέστε ότι έχουν δίκαιο ακόμα κι αν δεν το βλέπετε. Όταν φωνάζετε, κατηγορείτε, προσπαθείτε να κάνετε τους άλλους να νιώσουν ένοχοι, χειραγωγείτε του άλλους για να πάρετε αυτό που θέλετε, διακόπτετε, χαρακτηρίζετε άσχημα, κουτσομπολεύετε, οδηγείτε επιθετικά ή λέτε στους άλλους τι είναι σωστό για εκείνους και τι θα πρέπει να κάνουν, βρίσκεστε στη θέση του Διώκτη. 
Σταματήστε τον εξορθολογισμό των πράξεών σας και αντιμετωπίστε την πραγματικότητα, και ό,τι αυτή σημαίνει.

Ένα πράγμα που σίγουρα δε σημαίνει «πραγματικότητα», είναι ότι πρέπει να κατηγορείτε τον εαυτό σας ή να νιώθετε ενοχή. Αυτό είναι  που οι άνθρωποι φοβούνται και προσπαθούν απεγνωσμένα να αποφύγουν κατηγορώντας τους άλλους. Αλλά αυτή είναι μια λανθασμένη επιλογή. Το να κατηγορούμε τον εαυτό μας ή τους άλλους, μας κρατά κολλημένους στο Δραματικό Τρίγωνο. Γίνεστε Διώκτης του εαυτού σας κάθε φορά που σκέφτεστε «είμαι ηλίθιος, άσχημος, μια αποτυχία», «δε θα τα καταφέρω», «ποτέ δε θα είμαι αρκετός», ή «φταίω εγώ». Αναγνωρίζοντας αυτές τις γνωστικές στρεβλώσεις και μαθαίνοντας να τις αντικαθιστάτε με ρεαλιστικές και ακριβείς εναλλακτικές σκέψεις αποτελεί μια βασική δεξιότητα ζωής για να προστατέψετε τον εαυτό σας από την κατάθλιψη και το άγχος.

Επίσης, κάθε φορά που επικρίνετε τους άλλους ή τον εαυτό σας, είναι πιθανό να λειτουργείτε ως Διώκτης. Αν και υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί να αποδοθούν  οι συνέπειες  χωρίς να βρισκόμαστε στο ρόλο του Διώκτη, είναι προτιμότερο να υποθέσουμε ότι δεν είμαστε αρκετά έξυπνοι για να γνωρίζουμε τη διαφορά, αλλά κι ούτε κάποιος άλλος είναι. Από την άλλη, μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτοί που λένε ότι μια πράξη δεν είναι δίωξη, επιδίδονται σε κάποια μορφή  αυτό-δικαιολόγησης. Ένα καλό παράδειγμα είναι η αυτοκριτική. Ενώ μπορεί να είμαστε πρόθυμοι να αναγνωρίσουμε ότι αυτό είναι μια μορφή δίωξης, τη δικαιολογούμε γιατί νομίζουμε ότι την αξίζουμε, το οποίο είναι ένας εξορθολογισμός και μια δικαιολογία. Είναι δίωξη ή όχι; Είναι αυτό-δίωξη, είτε νομίζουμε ότι την αξίζουμε είτε όχι. Επειδή είμαστε κολλημένοι στο ρόλο του Διώκτη, δε σημαίνει ότι δικαιολογούμαστε να καταδιώκουμε τον εαυτό μας γι’ αυτό! Κατηγορώντας τον εαυτό μας διαιωνίζουμε την ταλαιπωρία μας και παραμένουμε εγκλωβισμένοι  στο Δραματικό Τρίγωνο. Είναι πολύ πιο αποτελεσματικό να αναρωτηθεί κανείς τα παρακάτω:

«Πότε παίζω το ρόλο του Διώκτη;»
«Όταν πιάνω τον εαυτό μου να διώκω τους άλλους, τι μπορώ να κάνω;»
«Όταν πιάνω τον εαυτό μου να διώκω εμένα, τι μπορώ να κάνω;»
«Πως λειτουργεί αυτό για ‘μένα;»
«Αν έχω μια δουλειά ή ρόλο που με «αναγκάζει» να παίζω το ρόλο του Διώκτη, για πόσο είναι διατεθειμένος να το δέχομαι αυτό ως δικαιολογία ώστε να παραμένω κολλημένος στο Δραματικό Τρίγωνο;»
«Κατά πόσο θέλω να σταματήσει η κατάσταση αυτή ώστε να πάψω  να δικαιολογούμαι και να αλλάξω συμπεριφορά;»

Αν θέλετε να σταματήσετε, μπορείτε.

Χρειάζεστε αντικειμενικότητα για να συνέλθετε από τις διώξεις γιατί δεν συνειδητοποιείτε ότι αυτό κάνετε.