Πώς το Τραύμα της Μητέρας επηρεάζει την καριέρα και τη σχέση με τα χρήματα
Μετάφραση από το άρθρο της Bethany Webster
Υπάρχει μια άμεση σύνδεση μεταξύ της ποιότητας της σχέσης μιας γυναίκας με τη μητέρα της και της σχέσης της με τη δική της καριέρα και την αίσθηση του σκοπού στη ζωής της.
Πολλές γυναίκες έχουν διφορούμενα συναισθήματα για τα χρήματα, την καριέρα και την οικονομική επιτυχία επειδή βγάζουν στην επιφάνεια ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια, την επιβίωση, το αίσθημα επιβεβαίωσης και αναγνώρισης, την αυταξία και το λαμβάνειν. Όλα είναι θέματα που μας γυρνάνε πίσω στα αρχικά πρότυπα ασφάλειας και εμπιστοσύνης της πρώιμης σχέσης με τη μητέρα μας.
Η θέση της γυναίκας στην πατριαρχική κοινωνία ως “λιγότερη” από τους άνδρες συνεπάγεται έλλειψη εξ ορισμού.
Όταν ήμασταν παιδιά, οι μητέρες μας ήταν το πιο ισχυρό άτομο στη ζωή μας, αλλά ταυτόχρονα ήταν συχνά και το πιο αδύναμο. Ήταν ισχυρή γιατί τη χρειαζόμασταν για την επιβίωση και αδύναμη εξαιτίας της απαξίωσης που σε κάποιο βαθμό είχε από την κοινωνία.
Πολλές γυναίκες αισθάνονται ενοχές για την επιτυχία ή τις επαγγελματικές τους φιλοδοξίες, επειδή οι μητέρες τους, κατά κάποιον τρόπο τις στερήθηκαν. Κάποιες ασυνείδητα σαμποτάρουν το μέγεθος της επιτυχίας τους, ενώ άλλες μετά βίας επιτρέπουν στον εαυτό τους να την επιθυμήσει. Άλλες αισθάνονται τη ζήλια της μητέρας τους για τα επιτεύγματά τους κάνοντάς τες να κρύβουν, να υποτιμούν ή να καθυστερούν ασυνείδητα την επιτυχία τους.
Η σύγχυση μεταξύ επιτυχίας και ενοχής ξεκινά από μικρή ηλικία, όταν μπορεί να αισθανθήκαμε ότι οι μητέρες μας άδειαζαν συναισθηματικά ανάλογα με το πόσο χώρο καταλαμβάναμε μεγαλώνοντας.
Στην πραγματικότητα δεν είχαμε ποτέ τη δύναμη να κάνουμε τις μητέρες μας να αισθάνονται ασήμαντες ή λίγες.
Είχαμε τη δύναμη να ξυπνήσουμε τον πόνο που ήταν ήδη μέσα τους, ο οποίος ξεκίνησε πολύ πριν μπούμε εμείς στη ζωή της. Αλλά μέσα στην αθωότητά μας ως παιδιά, πιστέψαμε λανθασμένα ότι ήμασταν η πηγή του πόνου της. Και πιστέψαμε τη μητέρα μας αν, τις στιγμές που αισθανόταν πληγωμένη, μας έλεγε ότι φταίμε εμείς που υποφέρει.
Η δέσμευσή μας να παραμείνουμε “μικρές”, από την αφοσίωση στις εξαντλημένες μητέρες μας, βασίζεται σε μια μεγάλη παρανόηση.
Η ζήλια και το αίσθημα στέρησης της μητέρας μας, μπορούν να θεραπευτούν και να αντιμετωπιστούν μόνον εκεί όπου πρωτοδημιουργήθηκαν, δηλαδή μέσα της και έχουν σχέση με τις δικές της πρώιμες πληγές. Εξ αρχής, τίποτα δεν ήταν στον έλεγχό μας ως κόρες. Το θέμα είναι ότι αυτό μπορεί να το διαχειριστεί ΜΟΝΟ ΕΚΕΙΝΗ. Το να παραμένουμε μικρές και αφανείς δεν εξυπηρετεί πουθενά. Κι αυτό δεν είναι έλλειψη ενσυναίσθησης προς τη μητέρα μας, αλλά σεβασμός στο εσωτερικό της ταξίδι, ως κάτι που είναι δικό της και μόνο δικό της.
Δεν υπήρξε ποτέ παραβίαση. Μόνο προβολή.
Με το να νιώθουμε ένοχες που προκαλέσαμε τη ζήλια της μητέρας μας ή τους φόβους της, γινόμαστε στην πραγματικότητα εν αγνοία μας, οι προμηθευτές αυτού ακριβώς που την έχει καταπιέσει. Η “προθυμία” μας να αισθανόμαστε ένοχες, μας κάνει να στερούμε από τον εαυτό μας τις δυνατότητές μας και αναμφίβολα, στο μέλλον θα αισθανθούμε την πικρία, για την οποία θα κατηγορήσουμε την επόμενη γενιά, όταν αρχίσει να ξεδιπλώνεται και να επεκτείνεται.
Η καταπίεση από συμπόνια για τις μητέρες μας δεν είναι αλτρουισμός ή ενσυναίσθηση, αλλά μια μορφή ασυνείδητου αυτοτραυματισμού. Είναι η παρεξήγηση που δημιουργήθηκε μέσα σε ένα παιδί, και δε λύθηκε ποτέ.
Ο τρόπος για να ελευθερωθούμε από αυτό, είναι πολύ απλός και πολύ περίπλοκος ταυτόχρονα: Πενθούμε.
- Πενθούμε για το γεγονός ότι ήμασταν ανίσχυρες σαν παιδιά και όσο κι αν προσπαθήσαμε, δε θα μπορούσαμε να σώσουμε τη μητέρα μας από τον πόνο της.
- Πενθούμε για το γεγονός ότι οι καλές μας προθέσεις και η τεράστια αγάπη για τις μητέρες μας, μπορεί να τους ήταν αόρατες εξαιτίας των δικών τους τραυμάτων.
- Πενθούμε για το γεγονός ότι μπορεί κατά λάθος να μας είδε εκείνη ως την αιτία του πόνου της και σαν αποτέλεσμα να μας κακοποίησε.
- Πενθούμε για τη σπαρακτική τραγωδία του να βλέπουμε τα μέλη της οικογένειάς μας να υποφέρουν.
- Πενθούμε για τις χαμένες ευκαιρίες της μητέρας μας, της μοναξιάς, της απομόνωσης, ή οποιουδήποτε άλλου πράγματος την έκανε να υποφέρει όσο εμείς μεγαλώναμε.
- Πενθούμε για το γεγονός ότι μπορεί να έχουμε περάσει χρόνια κατηγορώντας τον εαυτό μας για τον πόνο της οικογένειάς μας.
- Πενθούμε για το γεγονός ότι δε μπορούμε να πείσουμε τη μητέρα μας ότι η ευτυχία μας δεν είναι μια προσωπική επίθεση εναντίον της.
Καθώς δίνουμε στον εαυτό μας την άδεια να πενθήσει, να αποδεχτεί την απώλεια και να προχωρήσει μπροστά, πραγματοποιούμε μια πράξη βαθιάς αγάπης για τον εαυτό μας. Αυτό είναι ένα σημαντικό κομμάτι της διαδικασίας να γίνουμε η μητέρα του εαυτού μας.
Το να πενθήσουμε το Τραύμα της Μητέρας, ανοίγει το δρόμο για την ελευθερία, συμπεριλαμβανομένου και της οικονομικής, αλλά και της επιτυχίας κάθε είδους.
Η αλήθεια είναι ότι πρέπει να είμαστε πρόθυμες και σε θέση να ξεπεράσουμε τις μητέρες μας, αν εκεί μας οδηγεί ο δρόμος μας. Όχι μόνο σε εξωτερικό επίπεδο, όπως πόσα χρήματα κερδίζουμε ή τί μπορούμε να κάνουμε στον κόσμο, αλλά κυρίως πρέπει να είμαστε πρόθυμες και σε θέση να ξεπεράσουμε το επίπεδο συνείδησής της και να συνεχίσουμε να εξελισσόμαστε με μεγαλύτερη επίγνωση και κατανόηση. Αυτό είναι η ωρίμανση και είναι το δικαίωμα με το οποίο γεννηθήκαμε και αξίζει να το γιορτάζουμε.
Οι μητέρες μας μπορεί να μην είναι πλήρως σε θέση να συμμετέχουν στην εξέλιξη και στις συνειδητοποιήσεις που προκύπτουν και αυτό, πρέπει επίσης να το πενθήσουμε. Μπορούμε να βρούμε άλλες γυναίκες που είναι σε θέση να καταλάβουν και να καλλιεργήσουν αυθεντικές σχέσεις μαζί μας.
Καθώς πενθούμε, περνάμε από την υπερπροσπάθεια στην άνεση.
Σε πολλές οικογένειες, η υπερπροσπάθεια συνδυάζεται με την αγάπη. Αν δεν πασχίσεις οικονομικά, ή σε άλλο επίπεδο, κατά κάποιον τρόπο θεωρείται προδοσία προς το οικογενειακό ήθος. Καθώς συνεχίζουμε τη διαδικασία του πένθους, ανακαλύπτουμε ότι μπορούμε να είμαστε οικονομικά αυτάρκεις και αυτό να μη συνδέεται με την εγκατάλειψη ή την απώλεια της συναισθηματικής σύνδεσης.
Η επαφή με τον εσωτερικό μας πλούτο μας οδηγεί στον εξωτερικό πλούτο.
Η οικονομική ελευθερία δεν μπορεί να προσεγγιστεί συμπτωματολογικά, όπως η δυτική ιατρική προσεγγίζει τις ασθένειες. Πρέπει να βρεθεί η ρίζα του προβλήματος και σαν συνέπεια, τα “κλαδιά” της ζωή μας θα γίνουν πιο υγιή. Η ρίζα είναι το Τραύμα της Μητέρας κι όσο το φροντίζουμε, μεταμορφώνουμε τα “κλαδιά” μας που αφορούν τις σχέσεις, την καριέρα ή τον γονεϊκό μας ρόλο.
Όταν θρηνούμε γι’αυτό που δε μπορούσαμε να δώσουμε στις μητέρες μας, σπάμε τη σύγχυση μεταξύ επιτυχίας και απώλειας.
Και μόνο τότε μπορούμε να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να βιώσει και να δεχτεί την αφθονία όλων των ειδών, με περισσότερη ευκολία, γιατί δε θα ξυπνάει πλέον μέσα μας η γνωστική ασυμφωνία που ερχόταν σε σύγκρουση με τον πρωτεύον φροντιστή μας.
Αυτός ο πρωτεύον δεσμός προσκόλλησης μετουσιώνεται στη μητέρα μέσα μας, και μέσω αυτού του εσωτερικού δεσμού χτίζουμε τα θεμέλια της ασφάλειας για να ζήσουμε τα όνειρά μας.
Το άρθρο στα αγγλικά: