Το Παιδί Ζόμπι
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα μικρό χωριό, γεννήθηκε ένα αγοράκι.
Το δέρμα του ήταν κατάλευκο και είχε μεγάλα μάτια.
Καθώς μεγάλωνε, η μητέρα του συνειδητοποίησε ότι το αγόρι δεν αισθανόταν τίποτα. Ήθελε μόνο να τρώει, σαν ζόμπι.
Έτσι η μητέρα του, το κλείδωσε στο υπόγειο, για να μην το δουν οι συγχωριανοί της.
Κάθε βράδυ, το τάιζε με ζώα που έκλεβε. Η μητέρα μεγάλωνε το αγόρι στα κρυφά.
Πρώτα έκλεψε ένα κοτόπουλο. Μετά ένα γουρούνι.
Έτσι πέρασαν τα χρόνια. Και μια μέρα ξέσπασε επιδημία. Όσα ζώα είχαν απομείνει πέθαναν και μαζί τους πολλοί άνθρωποι.
Όσοι επέζησαν από την επιδημία, έφυγαν από το χωριό.
Η μητέρα δε μπορούσε να αφήσει πίσω το γιο της. Για να μην πεινάει το αγόρι και κλαίει, έκοψε ένα πόδι της και του το έδωσε. Μετά, έκοψε το χέρι της. Του έδωσε όλα τα άκρα της.
Όταν έμεινε μόνο ο κορμός της, αγκάλιασε το γιο της για τελευταία φορά, για να φάει ό,τι της είχε απομείνει.
Με τα δυο του χέρια, το αγόρι κράτησε σφιχτά τον κορμό της μητέρας του και της μίλησε για πρώτη φορά.
“Μαμά, είσαι πολύ ζεστή."
(Το παραμύθι είναι απόσπασμα από την κορεάτικη σειρά “It’s Okay Not To Be Okay”)