Έρευνα: Τα κύτταρα του μωρού χειρίζονται το σώμα της μητέρας
για δεκαετίες
Μητέρες ανά τω κόσμο λένε ότι νιώθουν πως τα παιδιά τους παραμένουν
κομμάτι τους για πολύ καιρό μετά τη γέννησή τους. Όπως αποδεικνύεται,
κυριολεκτούν. Κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, τα εμβρυικά κύτταρα διαπερνούν
τον πλακούντα και εισέρχονται στο σώμα της μητέρας, όπου μπορούν να γίνουν
μέρος των ιστών της.
Αυτή η κυτταρική εισβολή σημαίνει ότι οι μητέρες φέρουν
γενετικό υλικό από τα σώματα των παιδιών τους, δημιουργώντας αυτό που οι
βιολόγοι αποκαλούν μικροχίμαιρα, το όνομα του οποίου προέρχεται από τα μυθικά
πλάσματα που ήταν φτιαγμένα από διαφορετικά ζώα. Το φαινόμενο είναι διαδεδομένο
μεταξύ των θηλαστικών και οι επιστήμονες κάνουν διάφορες θεωρίες για το πώς επηρεάζει
τη μητέρα: από την καλύτερη επούλωση τραυμάτων ως τον υψηλότερο κίνδυνο για
εκδήλωση καρκίνου.
Τώρα, μια ομάδα βιολόγων
υποστηρίζει ότι για να καταλάβουμε τι πραγματικά κάνει ο
μικροχιμαιρισμός στις μητέρες, θα πρέπει να κατανοήσουμε τους λόγους της δημιουργίας
και εξέλιξής του.
Η σύγκρουση μητέρας-εμβρύου έχει τις ρίζες της στα πρώτα
θηλαστικά προερχόμενα από πλακούντα, εκατομμύρια χρόνια πριν. Με την πάροδο του
χρόνου, το έμβρυο εξελίχθηκε ώστε να χειραγωγεί
τη φυσιολογία της μητέρας και να αυξάνει τη μεταφορά πόρων όπως τροφή
και θερμότητα προς το αναπτυσσόμενο παιδί. Με τη σειρά του, το σώμα της μητέρας
έχει δημιουργήσει αντίμετρα για να αποφευχθεί η υπερβολική ροή πόρων.
Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ενδιαφέροντα όταν τα εμβρυικά
κύτταρα διαπερνούν τον πλακούντα και εισέρχονται στο αίμα της μητέρας. Όπως τα
βλαστοκύτταρα, έτσι και τα εμβρυικά κύτταρα είναι πολυδύναμα, πράγμα που
σημαίνει ότι μπορούν να αναπτυχθούν σε πολλά είδη ιστών. Μόλις βρεθούν στο αίμα
της μητέρας, τα κύτταρα αυτά κυκλοφορούν
στο σώμα της και εγκαθίστανται στον ιστό. Στη συνέχεια χρησιμοποιούν
χημικά ερεθίσματα από γειτονικά κύτταρα για να αναπτυχθούν ανάλογα με τον
περιβάλλοντα ιστό.
Παρά το γεγονός ότι το ανοσοποιητικό σύστημα της μητέρας
απομακρύνει τα αμετάβλητα εμβρυικά κύτταρα από το αίμα της, μετά την
εγκυμοσύνη, αυτά που έχουν ενσωματωθεί στο μητρικό ιστό δεν εντοπίζονται και
παραμένουν στο σώμα της.
Ο μικροχιμαιρισμός μπορεί να γίνει ιδιαίτερα πολύπλοκος όταν
η μητέρα έχει πολλαπλές κυήσεις. Το σώμα της μητέρας συσσωρεύει κύτταρα από
κάθε μωρό και ενδεχομένως λειτουργεί ως αποθήκη κυττάρων, μεταφέροντας κύτταρα
από το μεγαλύτερο στο νεότερο παιδί, σχηματίζοντας ακόμα πιο περίπλοκες
μικροχίμαιρες. Η παρουσία των εμβρυικών κυττάρων στο σώμα της μητέρας θα
μπορούσε ακόμα και να ρυθμίζει το πόσο
σύντομα μπορεί να μείνει και πάλι έγκυος.
Λόγω της πολυπλοκότητας του θέματος, οι μικροχίμαιρες ήταν
δύσκολο να μελετηθούν ως τώρα. Το φαινόμενο ανακαλύφθηκε πριν από δεκαετίες,
όταν αρσενικό DNA ανιχνεύτηκε στο αίμα μιας γυναίκας. Όμως η τεχνολογία της εποχής δεν επέτρεπε να
έχουμε μια λεπτομερή εικόνα της τόσο λεπτής κυτταρικής κατάστασης.
Με βάση την εξελικτική αιτιολογία, οι συγγραφείς προβλέπουν
ότι τα εμβρυικά κύτταρα πρέπει να βρίσκονται κυρίως στους ιστούς που παίζουν
ρόλο στη μεταφορά πόρων στο βρέφος. Αυτό περιλαμβάνει το στήθος, όπου μπορούν να
επηρεάζουν την παραγωγή γάλακτος, το θυρεοειδή όπου μπορούν να επηρεάζουν το
μεταβολισμό και τη μεταφορά θερμότητας στο μωρό, και στον εγκέφαλο όπου μπορούν
να επηρεάσουν νευρικά κυκλώματα και τη μητρική προσκόλληση στο παιδί.
Το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της έρευνας αυτής είναι ότι θέτει
το μικροχιμαιρισμό και τη μητρική υγεία σε ένα εξελικτικό πλαίσιο. Εάν λοιπόν
αυτά τα εμβρυικά κύτταρα αλληλεπιδρούν με τη φυσιολογία της μητέρας, σε ποιο
σημείο του μητρικού σώματος αναμένεται να έχουν τη μεγαλύτερη επίδραση στη
λειτουργία του;
No comments:
Post a Comment