Sunday, November 13, 2016

Με ποιους τρόπους εμφανίζεται στη ζωή το Δραματικό Τρίγωνο (Μερος Δ’)


Η αγάπη και το Δραματικό Τρίγωνο

Στην αρχαία Ελλάδα η έννοια της αγάπης ήταν τριμερής: 

Ο "Έρωτας", ο οποίος είναι βιολογικός και έντονα συναισθηματικός, τείνει να κορυφώνει νωρίς, είναι ιδιαίτερα εθιστικός και συντρίβεται ξαφνικά, αφήνοντας ένα αίσθημα κατάθλιψης, σύγχυσης και μοναξιάς. Αντιπροσωπεύει μια προσωρινή κατάσταση συνείδησης. Η σχέση «έρωτα» δεν αναφέρεται υποχρεωτικά σε πρόσωπα, αλλά μπορεί κανείς να μπει σε μια τέτοια σχέση με ένα άθλημα, ένα χόμπι ή έναν εθισμό. 

«Φιλία» είναι η αγάπη μεταξύ φίλων και βασίζεται σε κοινά ενδιαφέροντα, όπως η μουσική, το ποδόσφαιρο, το ποτό, το φαγητό, τον κινηματογράφο,  συζητήσεις πολιτικής ή απλά το γέλιο και τη διασκέδαση. Η «φιλία» είναι πιο βιώσιμη από τον «έρωτα» και μπορεί να είναι βαθειά ή επιφανειακή, ανάλογα με το βάθος και το εύρος των κοινών ενδιαφερόντων.  Αναφέρεται σε αμοιβαία συμφέροντα που βασίζονται σε κοινές γραμμές ανάπτυξης και εξέλιξης.

Η «Αγάπη» δεν είναι το συναίσθημα του ενός για τον άλλον, αλλά για μια κοινή κατεύθυνση στη ζωή. Το βάθος και το εύρος της κοινής αυτής κατεύθυνσης καθορίζει τη βιωσιμότητα της «αγάπης». Για παράδειγμα, πολλά ζευγάρια μένουν μαζί για να αναθρέψουν τα παιδιά. Τι συμβαίνει στη σχέση αυτή όταν τα παιδιά μεγαλώσουν; Μπορεί να καταλήξει σε μια ώριμη φιλία ή να βρουν κάποιον άλλο κοινό στόχο. Η γνήσια «Αγάπη» περιλαμβάνει αμοιβαία υποστήριξη για την προώθηση των σταδίων ανάπτυξης. Το ζευγάρι δε χρειάζεται να είναι στο ίδιο στάδιο ανάπτυξης, αλλά αρκεί να δεσμεύεται  από μια αμοιβαία επιθυμία να στηρίξει ο ένας τον άλλο στην αυτοπραγμάτωσή του.  Και οι τρεις αυτές μορφές αγάπης είναι σημαντικές για τη στήριξη και την ανάπτυξη μας, στις ισορροπίες μας με τους άλλους.

Ανεξάρτητα από το είδος της αγάπης που βιώνουμε, είμαστε ευαίσθητοι στο Δραματικό Τρίγωνο.  Γνωρίζουμε όλοι πώς είναι ο «έρωτας» μέσα στο Δ.Τ. Είναι ένα έντονο συναισθηματικό παιχνίδι πάθους που συχνά περιλαμβάνει απογοήτευση, προδοσία και εκδίκηση. Τα περισσότερα τραγούδια αγάπης και ρομαντικά μυθιστορήματα αναφέρονται στον «έρωτα» εντός του Δ.Τ. Η πιο κατάλληλη ερώτηση είναι «μπορεί κανείς να βιώσει τον «έρωτα» έξω από το Δ.Τ.;».  Η απάντηση είναι «ναι, αλλά δεν είναι εύκολο» κι όσοι πιστεύουν ότι μπορούν, είναι μάλλον αφελείς.

Η «Φιλία» περιλαμβάνει εκ φύσεως λιγότερο δράμα, αν και οι φίλοι τείνουν να επικυρώνουν ο ένας τον άλλον με το να κολλάνε μεταξύ τους και με το να παίζουν παρόμοιους υποστηρικτικούς ρόλους στο Δ.Τ..  
Αυτοί  οι  «φίλοι» επικυρώνουν τους εθισμούς μας με το να μοιράζονται τις απόψεις μας για το ποιον και τι να αγαπάμε ή να μισούμε.  Έχουν την τάση να αισθάνονται «θύματα» με τον ίδιο τρόπο που κι εμείς θυματοποιούμε τον εαυτό μας και «σώζουν»  το ίδιο είδος ανθρώπων, μ’αυτούς  που εμείς «σώζουμε». Εν ολίγοις, οι «φίλοι» τείνουν να βρίσκονται κολλημένοι εκεί που είμαστε κι εμείς οι ίδιοι. Φυσικά, ένας «πραγματικός» φίλος μας προκαλεί να υπερβούμε αδιέξοδες καταστάσεις και μας βοηθά να μεγαλώσουμε, είτε μας αρέσει είτε όχι.

Ένα κλασικό παράδειγμα τέτοιου φίλου θα ήταν ο Σωκράτης, ο οποίος τους έκανε όλους να αμφισβητούν τις πεποιθήσεις τους σχετικά με το τι είναι αληθινό και καλό. Λίγοι είναι εκείνοι που επιλέγουν να περιβάλλονται από τέτοιους φίλους, επειδή μας φαίνονται «ενοχλητικοί»  και μας κάνουν να νιώθουμε άβολα.

Από τους τρεις αυτούς τύπους της αγάπης, η «Αγάπη» είναι η πιο αποσπασμένη και διαχωρισμένη από το δράμα. Οι σχέσεις αυτές είναι περιορισμένα εξατομικευμένες και, ως εκ τούτου, είναι μικρότερη η πιθανότητα να αισθανθεί κάποιος πληγωμένος από ανεκπλήρωτες προσδοκίες. Σαφώς, χρειαζόμαστε και τα τρία είδη αγάπης κι αν αγκιστρωθούμε περισσότερο στο ένα, μπορούμε εύκολα να χάσουμε τα άλλα δύο.  Ο τρόπος με τον οποίο ορίζουμε πόσο προσωπική και ειλικρινής είναι η αγάπη, καθορίζει το αν θα έχουμε στη ζωή μας αυτήν, ή το Δραματικό Τρίγωνο. 

Πρέπει λοιπόν να αποφασίσουμε τι είναι πιο σημαντικό για εμάς : το δράμα ή η αγάπη. Αν επιλέγουμε την αγάπη, θα πρέπει να δεχτούμε ότι εκείνοι που επιλέγουν το δράμα, είναι πιθανόν να επιλέξουν να βγουν από τη ζωή μας, γιατί δεν παίζουμε το παιχνίδι τους.  Το κενό που αφήνουν το αντιλαμβανόμαστε σαν μοναξιά, η οποία όμως θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται σαν χώρος στη ζωή μας για νέες σχέσεις, ποιοτικές, χωρίς δράμα.

Πόσο καλοί είστε στο να κρατάτε τις σχέσεις αγάπης έξω από το Δ.Τ.;
Τι νομίζετε ότι πρέπει να αλλάξετε για να κάνετε καλύτερη δουλειά πάνω σ’ αυτό;

Οποιοδήποτε πρόβλημα στις ερωτικές σχέσεις, μπορεί να αναχθεί σε έκφραση του εθισμού μας στο δράμα. Για παράδειγμα, αν ο σύντροφός μας δε μας ακούει, αισθανόμαστε θύματα; Τον βάζουμε στο ρόλο του διώκτη; Δεν επιθυμούμε να μας σώσει από το πρόβλημα αυτό με το να ωριμάσει και να μάθει να μας ακούει;

Χωρίς το δράμα, η αποτυχία του συντρόφου μας να μας ακούσει είτε είναι πολύ μικρότερο ζήτημα είτε δεν είναι καν ζήτημα.  Σε κάθε περίπτωση,  από εκεί και πέρα, ό,τι και να μας ενοχλεί μέσα στη σχέση είναι πολύ πιο εύκολο να λυθεί. Η αλήθεια είναι ότι τα σύννεφα σε μια σχέση αρχίζουν να μαζεύονται όταν εστιάζουμε σε συγκεκριμένα προβλήματα της σχέσης. Είτε πρόκειται για ζήλια, τεμπελιά, αδικία, απιστία, κτητικότητα, εγωισμό, ηλιθιότητα, άγνοια, εκφοβισμό, κακοποίηση, επιθετικότητα, αποφυγή ή κάποιον εθισμό, δεν είναι τίποτε άλλο από παράσιτα που πνίγουν το δέντρο της αγάπης μας.

Μπορούμε να ξοδέψουμε  πολύ χρόνο διαβάζοντας βιβλία για το πώς θα απαλλαγούμε από τα παράσιτα αυτά, ενώ αγνοούμε το ίδιο το δέντρο. Το να βγει κανείς από το Δ.Τ. σημαίνει ότι παύει να δίνει τροφή στα παράσιτα αυτά που του καταστρέφουν τη σχέση. Αρνηθείτε να παίξετε και παρατηρήστε τι θα συμβεί.

Μερικοί απλοί τρόποι για να τα καταφέρουμε:

-         * Αυτά που ο σύντροφός σας λέει για εσάς ή προς εσάς, δεν  έχουν εσάς ως δέκτη. Αναρωτηθείτε αν οι λέξεις αυτές θα μπορούσαν να απευθύνονται σε κάποιον άλλον, σε αντίστοιχη περίπτωση, αν δε βρισκόσασταν εσείς απέναντί του ή στη ζωή του.  Αυτά που σας λέει ή κάνει είναι στερεοτυπικές συμπεριφορές που έμαθε πριν χρόνια και δεν έχουν να κάνουν με εσάς.  Αυτό περιλαμβάνει φωνές, ύβρεις, να σας διακόπτει όταν μιλάτε, να λέει αστεία σε βάρος σας, να μεθάει, να σας κατηγορεί, να φλερτάρει ή να κάνει σεξ με άλλους. Όποια κι αν είναι η συμπεριφορά του, η πραγματικότητά του δεν αφορά εσάς.

Οι άνθρωποι που ζουν μέσα στο δράμα, δε σας αγαπούν. Βλέπουν σ’εσάς μονάχα τη φαντασίωσή τους, την οποία έχουν φτιάξει στο μυαλό τους και είναι βασισμένη σε προηγούμενες εμπειρίες.  Συγχέουν τις αυταπάτες τους με εσάς, γι’ αυτό μην περιπλέκετε  περεταίρω το θέμα με το να τα βάζετε με τις αυταπάτες τους! 

Μπορεί να  ακούγεται σκληρό και τελεσίδικο όσον αφορά την πραγματική αγάπη που μπορεί να τρέφει ο σύντροφός σας για εσάς, αλλά για τον σύντροφό σας δεν είστε τίποτα περισσότερο από ένας αντικατοπτρισμός. Αυτό που βλέπουν σε εσάς είναι περισσότερο ή λιγότερο παραμορφωμένες πτυχές του εαυτού τους. Αλληλεπιδρώντας μαζί σας, σκιαμαχούν με τα κομμάτια του εαυτού τους που εσείς εκπροσωπείτε.  Όταν παίρνετε προσωπικά τις πράξεις τους, κάνετε ένα ζήτημα που δε σας αφορά, δικό σας, επιδεινώνοντας έτσι το πρόβλημα. Τι θα προτιμούσατε, να αντιμετωπίσετε τις αυταπάτες τους ή να αντιμετωπίσετε τις αυταπάτες τους και τις παραληρητικές αντιδράσεις σας στις αυταπάτες τους αυτές;

-         * Το παραπάνω σημαίνει ότι πρέπει να μεγαλώσετε και να συνέλθετε γιατί απλά δεν είστε τόσο σημαντικός. Δεν είστε εξαιρετική περίπτωση. Ή για να το θέσω διαφορετικά «είστε μοναδικός, ακριβώς όπως όλοι οι άλλοι». Γι ‘ αυτό σταματήστε να παίρνετε τα πράγματα προσωπικά κι αναρωτηθείτε «σήμερα πόσο προσωπικά πήρα τον τρόπο που ο σύντροφός μου μιλάει και φέρεται;».

-        *  Επαναλάβετε στο σύντροφός σας αυτό που σας λέει. Αναγνωρίστε τη θέση του «Αυτό που λες μου ακούγεται σα να νομίζεις ότι ξοδεύω με ανόητο τρόπο χρήματα» ή «Μου ακούγεται σα να είσαι πληγωμένος/ θυμωμένος/ συγχυσμένος/ λυπημένος/ ένοχος/ ντροπιασμένος..» . Με το να «παπαγαλίσετε» επαναλαμβάνοντας αυτό που σας είπε, δείχνετε ότι ακούτε και του επιτρέπει να ακούσει κι ο ίδιος τι είπε, πράγμα που συχνά τους βοηθά να ξεκαθαρίσουν ή να διορθώσουν τον εαυτό τους. Κι εσάς σας γλιτώνει από την αντίδραση, θέτοντας ένα παράδειγμα, το οποίο ελπίζουμε ότι θα μιμηθεί.

-         * Κάντε ερωτήσεις για να πάρετε περισσότερες πληροφορίες αν έχετε ενοχληθεί.  Αν αισθάνεστε ότι έχετε την παρόρμηση να εκφράσετε τη γνώμη σας, κάντε αντ’ αυτού ερωτήσεις.  Όσο πιο δυνατά είναι τα συναισθήματά σας, τόσο περισσότερο θέλετε να εκφράσετε τη γνώμη σας και τόσο πιο πιθανό είναι να πείτε κάτι που θα ρίξει λάδι στη φωτιά.  Κερδίστε χρόνο κάνοντας διευκρινιστικές ερωτήσεις κι έτσι θα γλιτώσετε για την ώρα το δράμα.

-         * Υποθέστε ότι βρίσκεστε στο Δ.Τ.  ανεξάρτητα από το πόσο σίγουροι είστε για το αντίθετο. Εστιάζοντας στο πώς συμπεριφέρεστε μέσα στο δράμα σας δίνει τη δύναμη του ελέγχου κι έχετε εξουσία και δύναμη πάνω σ’αυτό γιατί εσείς το δημιουργείτε.  Εσείς επιλέγετε πως αισθάνεστε. Μπορείτε να είστε χαρούμενοι αν το θέλετε ή μπορείτε να επιλέξετε αν θα είστε ήρεμοι ή όχι. Και κανείς δεν αξίζει τόσο ώστε να χάσετε την ψυχική σας ηρεμία. Το πιστεύετε;


Τα παραπάνω δεν έχουν γραφτεί για να είστε ανοιχτοί στα να δέχεστε τα παιχνίδια του συντρόφου σας όταν υποδύεται τον Διώκτη/ Θύμα/ Σωτήρα. Ο σύντροφός σας χρειάζεται να αναλάβει την ευθύνη της συμπεριφοράς του και του ρόλου του στο δράμα κι όχι να μετατοπίσει το θέμα της αντιπαράθεσης σε εσάς. 


Saturday, November 12, 2016

Με ποιους τρόπους εμφανίζεται στη ζωή το Δραματικό Τρίγωνο (μέρος Γ')

Στις σκέψεις και στα συναισθήματα

Το Δ.Τ. υπάρχει σε τρεις σφαίρες της ζωής : στις σχέσεις, στις σκέψεις και στα όνειρα. Το πιο σημαντικό είναι ο τρόπος που εμφανίζεται στις σκέψεις μας γιατί αυτές καθορίζουν το πως το αντιλαμβανόμαστε στις σχέσεις  μας με τους άλλους και στα όνειρά μας (εξωτερικός και εσωτερικός κόσμος) και η αλλαγή στην αντιμετώπιση του δράματος στις σκέψεις, αλλάζει τόσο  τις σχέσεις όσο και τα όνειρα. 

Οι σκέψεις εντός του Τριγώνου είναι παραληρητικές και δυσλειτουργικές.  Μας αρρωσταίνουν, μας κάνουν να νιώθουμε άσχημα κι όπως θα δούμε παρακάτω, όλες οι γνωστικές στρεβλώσεις συμβαίνουν εντός του Δ.Τ. και είναι σημαντική πηγή κατάθλιψης και άγχους. Κάθε φορά που επικρίνουμε, κατηγορούμε ή ενοχοποιούμε τον εαυτό μας, ανεξάρτητα από το αν νομίζουμε ότι το αξίζουμε ή όχι,  βρισκόμαστε στο ρόλο του Διώκτη. Το θέμα είναι ότι αυτός ο τρόπος σκέψης μας κρατά κολλημένους και μας αρρωσταίνει. Έτσι το ερώτημα δε θα ‘πρεπε να είναι «αξίζω να αισθάνομαι άσχημα;» , αλλά «μήπως το ότι αισθάνομαι άσχημα είμαι δέσμιος του Δ.Τ. ;». Από τη στιγμή που συνειδητοποιούμε ότι αυτό το σκεπτικό  δημιουργεί μια αυταπάτη, αρχίζουμε να προσδιορίζουμε την πηγή της αυτοκριτικής, της αυτό-κατηγόριας και της ενοχής και είναι πλέον θέμα επιλογής αν θα τις σταματήσουμε ή θα τις αντικαταστήσουμε με ρεαλιστικές σκέψεις, επικεντρώνοντας στους στόχους και όχι στις αδυναμίες μας.

Κάθε φορά που χρησιμοποιούμε κάποιο μηχανισμό άμυνας, τους οποίους θα δούμε παρακάτω, «σώζουμε» τον εαυτό μας και ως συνέπεια αναπαράγουμε το Δράμα. Για παράδειγμα, κάθε φορά που σκεφτόμαστε «Ακόμα ένα μπισκότο/τσιγάρο/ποτό δε θα με βλάψει!» χρησιμοποιούμε το μηχανισμό άμυνας που ονομάζεται «εξορθολογισμός». Σώζουμε τον εαυτό μας δημιουργώντας μια δικαιολογία για μια συμπεριφορά που στην πραγματικότητα είναι ένας «Διώκτης» . Έτσι παραμένουμε στο ρόλο του Θύματος, νιώθοντας εκτός ελέγχου και αντιδρούμε, αντί να ανταποκρινόμαστε, στις παρορμήσεις, στα αισθήματα και στις πραγματικές επιθυμίες μας.

Κάθε φορά που δίνουμε στον εαυτό μας δικαιολογία να μένει κολλημένος, βρισκόμαστε στο ρόλο του Θύματος του Δ.Τ. Ο πιο κοινός τρόπος για να το κάνει κανείς αυτό είναι να αποφεύγει  τις υποχρεώσεις του. Ή αν ασχολείται μ’ αυτές το κάνει με τάση να δίνει προτεραιότητα στις λιγότερο σημαντικές και πιο διασκεδαστικές , αποφεύγοντας εκείνες που απαιτούν περισσότερο χρόνο, ενέργεια, και πόρους, επειδή είναι δύσκολες και πιο πιεστικές.  Ψάχνοντας λοιπόν να βρούμε «λόγους» για να μην κάνουμε τα πιο σημαντικά, στην πραγματικότητα κατασκευάζουμε απλώς δικαιολογίες, καταλήγοντας να αισθανόμαστε Θύματα των υποχρεώσεών μας! (πράγμα που σημαίνει ότι τις έχετε μετατρέψει σε Διώκτη).

Σκεφτείτε εκείνες τις φορές που αντιμετωπίσατε και ολοκληρώσατε μια υψηλής προτεραιότητας υποχρέωση. Πώς αισθανθήκατε; Δε σας γέμισε ενέργεια παίρνοντας από πάνω σας το αίσθημα του Θύματος;

Για να βγούμε από το ρόλο αυτό στις σκέψεις μας, πρέπει να παρατηρούμε τι αποφεύγουμε και να αναγνωρίσουμε ότι αυτή η αποφυγή μετατρέπει μέσα στο μυαλό μας, τη σκέψη, το συναίσθημα ή την ενέργεια, σε Διώκτη και τοποθετεί εμάς στη θέση του Θύματος. Αντιμετωπίζοντας αυτά που αποφεύγουμε, είναι ο τρόπος για να βγούμε από το Δραματικό Τρίγωνο.



Όνειρα και εφιάλτες

Αν οι σχέσεις είναι ο ευκολότερος τρόπος για να εντοπίσουμε το Δ.Τ. και η σκέψη ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να βγούμε από αυτό, τα όνειρά μας είναι ο καλύτερος οδηγός για την επούλωση, την εξισορρόπηση και τη μεταμόρφωση. Γιατί; Επειδή αντικατοπτρίζουν τις προτεραιότητες της εσωτερικής μας πυξίδας. Μας παρέχουν την αντικειμενικότητα του έμφυτου και μοναδικού μας κέντρου ανάπτυξης, που μας γνωρίζει καλύτερα από εμάς τους ίδιους ή οποιονδήποτε άλλον. Και δεν είναι λίγες οι φορές που ξεγελάμε τον εαυτό μας σκεπτόμενοι ότι ξέρουμε ποιοι είμαστε και τι χρειαζόμαστε, ξοδεύοντας πολύτιμο χρόνο και χρήμα σε αδιέξοδες σχέσεις και δραστηριότητες που δεν προσθέτουν τίποτα στην ποιότητα ζωής μας, με διαρκή τρόπο. 

Πώς μπορούμε να γνωρίζουμε αν ακολουθούμε τη σωστή κατεύθυνση; Τα όνειρα και οι εφιάλτες αντιπροσωπεύουν μέρη του εαυτού μας και προβάλλουμε σε άλλους τα χαρακτηριστικά που ανήκουν σ’ εμάς. Τα τέρατα αναγνωρίζονται ως οι φόβοι μας, οι Σωτήρες των ονείρων αντιπροσωπεύουν τις δυνατότητές μας. Όταν για παράδειγμα είμαστε το θύμα στο όνειρο, είναι επειδή έχουμε βάλει εμείς οι ίδιοι εκεί τον εαυτό μας. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας ανάλυσης είναι ότι συνειδητοποιούμε πως ο τρόπος που συμπεριφερόμαστε στους άλλους, είναι στην πραγματικότητα μέρη του εαυτού μας που αυτοί εκπροσωπούν. Έτσι, όταν τελικά κατορθώσουμε να φερθούμε με σεβασμό στους άλλους, δεν το κάνουμε εξαιτίας της κοινωνικής συνείδησης, αλλά γιατί σεβόμαστε τον εαυτό μας.  Αγαπάμε όχι γιατί διδαχθήκαμε πώς έτσι πρέπει να κάνουμε, αλλά επειδή έτσι δείχνουμε αγάπη προς το κομμάτι του εαυτού μας που αυτοί εκπροσωπούν.

Όταν καταφέρουμε να αποκωδικοποιήσουμε το δράμα στα όνειρά μας, είναι η στιγμή αφύπνισης και κάπου εκεί το δράμα τελειώνει. Μαζί σταματούν οι εφιάλτες και τα επαναλαμβανόμενα όνειρα και έτσι παίρνουμε την επιβεβαίωση ότι δεν ανακυκλώνουμε τη δυσλειτουργικότητα της συνείδησής μας. Όσο δεν αναγνωρίζουμε στα όνειρά μας το δράμα, είμαστε πάντα ευάλωτοι όσο κι αν προσπαθήσουμε να εξυγιάνουμε τις σχέσεις και τις σκέψεις μας.



Οικογένειες

Το Δραματικό Τρίγωνο μπορεί  να εμφανιστεί με πολλούς τρόπους στις σχέσεις με τους άλλους και ίσως ο παλαιότερος  και πλέον διαδεδομένος αφορά στις σχέσεις με την οικογένεια. Ανατρέχοντας στην παιδική μας ηλικία, μπορούμε να αναγνωρίσουμε τους γονείς και τα αδέρφια μας στους ρόλους του Δ.Τ.  Ποιος έπαιρνε συνήθως ποιον ρόλο; Ποιο ρόλο καταλήγετε να παίζετε όταν είστε με την οικογένειά σας; τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας σας βλέπουν στον ίδιο ρόλο με εσάς ή σε διαφορετικό;

Τα παιδιά γενικά παίρνουν το ρόλο των δυνητικών θυμάτων ενός επικίνδυνου, ψυχρού και απρόσωπου κόσμου και πρέπει να προστατεύονται από τους Σωτήρες γονείς. Οι γονείς θέλουν τα παιδιά τους να είναι χαρούμενα αλλά φοβούνται  ότι αυτό δε θα γίνει αν δεν πάνε στο σχολείο, αν δε μάθουν να ακολουθούν τους κανόνες, αν δεν ακολουθήσουν μια καριέρα και δεν κάνουν οικογένεια. Οι γονείς θέλουν να σώσουν τα παιδιά τους από τον κόσμο, γιατί δεν έχουν εμπιστοσύνη ότι τα παιδιά τους μπορούν να μάθουν να βρίσκουν και να ακούν τις εσωτερικές τους πυξίδες και να βρουν τα δικά τους μονοπάτια εκπλήρωσης. Γονείς και παιδιά δε συνειδητοποιούν ότι κάτω από τους εν λόγω κανόνες  για ευτυχία βρίσκεται ένας θεμελιώδης και τοξικός γνώμονας ζωής : πώς να παίξει κανείς τους ρόλους του Δραματικού Τριγώνου. Όλα τα παιδιά μαθαίνουν πώς να παίζουν τους ρόλους αυτούς και τελικά το διδάσκουν με τη σειρά τους και στα δικά τους παιδιά. Θύματα του ίδιου τους του εθισμού στο δράμα, τέτοια παιδιά μεγαλώνουν εκμεταλλευόμενα άλλες οικογένειες και τελικά τον ίδιο τον κόσμο.

Οι οικογένειες που  βρίσκονται στους ρόλους του Δ.Τ. δημιουργούν ένα τοξικό περιβάλλον στο οποίο αναθρέφουν τα παιδιά τους. το πρόβλημα δε βρίσκεται στις οικογένειες, αλλά στο ότι τα μέλη τους δεν αναγνωρίζουν πότε βρίσκονται στο Δ.Τ. και ποιο ρόλο παίζουν μέσα σ’ αυτό. Στερούνται δηλαδή των δεξιοτήτων για να βγουν και να παραμείνουν έξω απ’ αυτό.
Μήπως μεγαλώσατε σε μια οικογένεια παγιδευμένη στο Δ.Τ.; 

Αν ναι, ποιο ρόλο ή ρόλους έπαιζε η μητέρα σας; Πότε;
Ποιο ρόλο ή ρόλους έπαιζε ο πατέρας σας; Πότε;
Ποιο ρόλο ή ρόλους έπαιζαν τα αδέρφια σας; Πότε;
Ποιο ρόλο ή ρόλους έπαιζαν οι συγγενείς σας  και πότε;
Ποιο ρόλο ή ρόλους έπαιζαν τα κατοικίδιά σας και πότε;
Ποιο ρόλο ή ρόλους παίζατε εσείς και πότε;


Τι πρέπει να κάνετε λοιπόν όταν μιλήσετε ξανά ή επισκεφτείτε μέλη της οικογένειάς σας στο μέλλον ώστε να μην ξαναπέσετε σε κάποιο ρόλο; Να θυμάστε πως αν τα άλλα μέλη της οικογένειάς σας βρίσκονται μέσα στο δραματικό τρίγωνο ή όχι , δεν είναι δικό σας πρόβλημα. Είναι αρκετό να αναγνωρίσετε συμπεριφορές και να μη βολευτείτε στον «δραματικό» σας εαυτό.  Αν κάποιος είναι καλυμμένος με λάσπη και παλέψετε μαζί του, θα καταλήξετε κι εσείς λασπωμένος. Αν κάποιος έχει κολλήσει σε ένα λάκκο κι εσείς πηδήξετε μέσα, θα κολλήσετε στον ίδιο λάκκο μαζί του.  Οι ευθύνη σας δεν είναι να βγάλετε την οικογένειά σας έξω από το τρίγωνο, γιατί μπορεί να μη θέλουν να αλλάξουν και εσείς δε χρειάζεται να βάλετε τον εαυτό σας στο ρόλο του Σωτήρα. 

Αντίθετα, είναι ευθύνη σας να ζητήσετε τη βοήθειά τους να βγείτε και να παραμείνετε εκτός. Εξηγήστε τους το Δ.Τ. και ζητείστε τους  feedback  όταν νομίζουν ότι έχετε πέσει σ’ αυτό. 

Saturday, November 5, 2016

Η έξοδος από το Δραματικό Τρίγωνο (Β’ Μέρος)



Ο ρόλος του Θύματος

Όλοι πέφτουμε θύματα ασθενειών, ατυχημάτων, της ηλικίας και των άλλων. Η ζωή δεν είναι ρόδινη. Ωστόσο, το να πέσεις θύμα είναι διαφορετικό από να υποδύεσαι το ρόλο του θύματος. Τα Θύματα είναι αβοήθητα, ανίσχυρα , χωρίς ελπίδα. Ως εκ τούτου, είναι άμεμπτα και δε φέρουν καμία ευθύνη. Τα θύματα λένε « πρώτα πρέπει να αντιμετωπιστούν όλοι αυτοί που μου κάνουν τη ζωή δύσκολη (διώκτες) και μετά θα μπορώ να είμαι ευτυχισμένος». Οι Διώκτες όμως δεν περιορίζονται σε φυσικά πρόσωπα. Μπορεί να είναι χρέη, μια ασθένεια ή αναπηρία, ένα ακατάστατο σπίτι, μια κακή γειτονιά, μια διεφθαρμένη κυβέρνηση ή ένα ανθυγιεινό περιβάλλον. Επειδή πάντα θα υπάρχουν καταστάσεις που μπορεί να θεωρηθούν ως «διώκτες», η ζωή δε γίνεται ποτέ καλύτερη. Ακόμα και στις καλές περιόδους, γνωρίζουμε ότι είναι απλά θέμα χρόνου πριν τα Θύματα αισθανθούν και πάλι κακοποιημένα.

Κατά ειρωνικό τρόπο, ο ρόλος του Θύματος είναι ο πιο ισχυρός στο Δραματικό Τρίγωνο. Αυτό συμβαίνει γιατί κανείς δε μπορεί να κατηγορήσει τα Θύματα και έτσι δε γίνεται να αλλάξουν. Στα διαζύγια, συχνά φταίει πάντα ο άλλος που ο γάμος δε λειτούργησε. Αν σε απολύσουν, σημαίνει ότι το αφεντικό σου είναι άδικο. Αν δεν πάρεις τη δουλειά που θέλεις, είναι γιατί το σύστημα είναι στημένο. Οι φυλακές είναι γεμάτες ανθρώπους που είναι πεπεισμένοι ότι είναι Θύματα, ανεξάρτητα από το αν όντως έπεσαν θύματα ή όχι.

Επειδή όσοι εμπλέκονται στο Δραματικό Τρίγωνο, συμπεριλαμβανομένου των Θυμάτων, παραμένουν κολλημένοι στην κατάσταση αυτή, είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι, και υποφέρουν στην πλειοψηφία τους από  κατάθλιψη. Δεν έχει καμία σημασία αν φοράνε ένα ευτυχισμένο προσωπείο και είναι γεμάτοι ενέργεια. Από τη στιγμή που μέσα τους αισθάνονται ανίσχυροι, παγιδευμένοι και χωρίς να έχουν τον έλεγχο της ζωής τους, τότε είναι σε κατάθλιψη και κολλημένοι στο Δ.Τ. Κι είναι πολλοί εκείνοι που βρίσκονται σ’ αυτήν την υπαρξιακή θέση τον περισσότερο καιρό.

Για να βγει κανείς από το ρόλο του Θύματος, θα πρέπει να πάρει την απόφαση ότι δε θα παίξει το ρόλο αυτό, μόνο και μόνο επειδή έχει πέσει θύμα. Θα πρέπει να δεχτεί και ν’ αντιμετωπίσει το γεγονός ότι είναι εθισμένος στο Δ.Τ. κι έτσι παραμένει κολλημένος στην ίδια κατάσταση. Θα πρέπει να αποδεχτεί ότι δε μπορεί  να βρει εσωτερική ηρεμία ή να είναι ευτυχισμένος ως Θύμα. Θα πρέπει ακόμα να δεχτεί ότι η θυματοποίηση του εαυτού του, δεν του δίνει το δικαίωμα να γίνεται Διώκτης κι ότι στην πραγματικότητα παραμένει παγιδευμένος στο Δ.Τ. κάθε φορά που από απελπισία και απόγνωση θυμώνει και εξοργίζεται.

Πότε παίζεις το Θύμα; Πώς αυτό λειτουργεί για ‘σένα;
Όταν συνειδητοποιείς ότι θυματοποιείς τον εαυτό σου, τι κάνεις; Όταν συνειδητοποιείς ότι βλέπεις τους άλλους σαν θύματα, τι κάνεις;
Είσαι σε θέση να σταματήσεις να βρίσκεις δικαιολογίες προκειμένου να παραμένεις κολλημένος στο ρόλο του Θύματος;



Ο ρόλος του Σωτήρα

Τα Θύματα έχουν ανάγκη από Σωτήρες: τους αναζητούν διαρκώς, κι αν δεν μπορούν να βρουν, τους κατασκευάζουν δημιουργώντας γκουρού, μεσσίες, μέντορες, τεχνολογίες που σώζουν ζωές και αδελφές-ψυχές. Τα Θύματα προσπαθούν να ξεφύγουν από την απελπισία και την απόγνωσή τους διαφεύγοντας σε ανούσιες κι εθιστικές στρατηγικές όπως κάπνισμα, ποτό, πρόχειρο φαγητό, τηλεόραση ή απλά φεύγουν διακοπές «για να φύγουν μακριά απ’ όλα». Είναι εύκολο να αισθάνεται κανείς ότι πρέπει να σωθεί από τους φόβους του, την κατάθλιψή του, την έλλειψη ελέγχου, την ανασφάλεια ή τη βαρετή μονοτονία της αγχωτικής ζωής του. Και μια άλλη στρατηγική για την αυτό-διάσωσή του είναι να βρει νόημα στη ζωή του σώζοντας άλλους, όντας ο ίδιος επαγγελματίας ή ad hoc διασώστης.

Ένας διασώστης/σωτήρας είναι διαφορετικός από έναν βοηθό. Ο βοηθός περιμένει ένα αίτημα, ενώ ο Σωτήρας  βλέπει ένα πρόβλημα κι επεμβαίνει άμεσα όπως ο σούπερμαν. Ο βοηθός ελέγχει για να δει αν η βοήθεια που παρέχει, βοηθά πραγματικά. Ο Σωτήρας βοηθά ορμώμενος, κατά τον ίδιο, από  αγάπη και καλές προθέσεις. Οι βοηθοί σταματούν όταν η δουλειά έχει τελειώσει και περιμένουν ένα αίτημα για περεταίρω βοήθεια, αλλά ο Σωτήρας συνεχίζει να επεμβαίνει ακόμα κι αν δεν του έχει ζητηθεί, γιατί έτσι επιβεβαιώνει τη δική του αυτό-αξία. «Σώζεις» κάποιον όταν επιδίδεσαι σε «ανιδιοτελή αυτοθυσία» που είναι σχεδιασμένη να δώσει στη ζωή σου νόημα και αξία, ενώ στην πραγματικότητα, δεν ακούς τις ανάγκες του άλλου.

Στις ενέργειες του Σωτήρα, δεν υπάρχει ανιδιοτέλεια, αλλά εγωισμός, γιατί στην πραγματικότητα βοηθούν τον εαυτό τους και φέρονται υποκριτικά κι ανέντιμα όταν κάνουν τις πράξεις τους να φαίνονται σαν όλα να αφορούν τον άλλον. Αν το άτομο που «βοηθούν» τους ζητήσει να σταματήσουν ή παραπονεθεί ότι δεν εισακούγεται, ο Σωτήρας πιθανόν να σκεφτεί «μετά απ’ όλα όσα έχω κάνει για ‘σένα, αυτό είναι το ευχαριστώ!». Οι Σωτήρες καταλήγουν να αισθάνονται εξαντλημένοι από την προσπάθεια, υποτιμημένοι και στα όρια του burn-out. Βαθειά μέσα τους, δε θέλουν να σταματήσουν να βοηθούν γιατί κάνοντας τους άλλους να εξαρτώνται από αυτούς , τους επιτρέπεται  να αισθάνονται ασφαλείς και επαρκείς. Οι μαμάδες που χτίζουν τη ζωή τους γύρω από τα παιδιά τους είναι κλασικά παραδείγματα Σωτήρων. Αν το παιδί ευνοεί τον πατέρα ή δεν παίρνει τις αποφάσεις ζωής  που θέλει η μητέρα, αυτή αισθάνεται προδομένη. Όταν το παιδί φεύγει από το σπίτι, η ζωή της είναι άδεια, γιατί δεν έχει δική της ζωή, αλλά έχει μάθει να ζει μέσα από το παιδί της.

Οι Διώκτες συχνά νομίζουν πως είναι  βοηθοί. Μεταμφιέζουν τη σκληρότητά τους σκεπτόμενοι «το κάνω για το καλό σου». Τα Θύματα  συχνά σώζουν τον εαυτό τους μέσω της αποφυγής, «κατεβάζοντας ρολά» και αναισθητοποιώντας τον εαυτό τους με το φαγητό, την τηλεόραση, το ίντερνετ, τα ψώνια, τα ναρκωτικά, το σεξ και το ατέλειωτο δράμα- οτιδήποτε δηλαδή τους κρατά απασχολημένους ώστε να μη σκέφτονται το εσωτερικό τους κενό και το φόβο της αποτυχίας.

Συνήθως μέσα στο 24ωρο, , ακόμα κι όταν βρισκόμαστε στη δουλειά, επιλέγουμε τις περισσότερες από τις ενέργειες, τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Αν δούμε τη ζωή μ ‘αυτόν τον τρόπο θα συνειδητοποιήσουμε ότι όλες οι πράξεις μας διέπονται από μια συμπεριφορά αυτό-διάσωσης. Σώζουμε τον εαυτό μας από την πλήξη, τις υποχρεώσεις, τις ευθύνες που δε θέλουμε, την παρουσία αδιάκριτων μελών της οικογένειας ή συναδέλφων ή ακόμα κι από τις εσωτερικές φωνές και την αυτοκριτική. Ίσως σώζουμε τον εαυτό μας από το φόβο ότι είμαστε μια αποτυχία ή ότι η ζωή δεν έχει νόημα.  Φοβόμαστε να σταματήσουμε, γιατί δεν ξέρουμε πού ή πώς να βρούμε νόημα στη ζωή μας έξω από το Δραματικό Τρίγωνο, μια που αυτή είναι η πραγματικότητα που έχουμε βιώσει σε όλη μας τη ζωή και δε μπορούμε να φανταστούμε κάτι διαφορετικό. Και είμαστε καχύποπτοι με εκείνους που ισχυρίζονται ότι θα μπορούσε πραγματικά να υπάρχει μια εναλλακτική λύση.

Η αμφιβολία είναι κάτι καλό, ωστόσο θα πρέπει να αναστέλλεται όταν πρόκειται για το καλό μας. Διαφορετικά απλά θα συνεχίσουμε να επαναλαμβάνουμε τα ίδια και τα ίδια έχοντας πάντα τα ίδια αποτελέσματα και μένοντας κολλημένοι στον ίδιο φαύλο κύκλο: αν παίζουμε το ρόλο του Σωτήρα, αναπόφευκτα οι άλλοι θα μας δουν ως Διώκτες γιατί δεν τους ακούμε πραγματικά, αλλά τους επιβάλουμε τη δική μας εκδοχή σωτηρίας. Ως συνέπεια, θα καταλήξουμε να αισθανόμαστε σαν ένα παραγνωρισμένο Θύμα.

Σε ποιες περιπτώσεις παίζετε το ρόλο του Σωτήρα; Πώς λειτουργεί αυτό για εσάς; Όταν συνειδητοποιείτε ότι σώζετε τον εαυτό σας, τι κάνετε; Όταν συνειδητοποιείτε ότι σώζετε άλλους, τι κάνετε; Είστε σε θέση να εντοπίσετε σκέψεις, αισθήματα και συμπεριφορές αυτο-διάσωσης, ώστε να βρείτε το δρόμο της ευτυχίας και της εσωτερικής ηρεμίας που σας αξίζει;

Sunday, October 30, 2016

Η έξοδος από το Δραματικό Τρίγωνο (Α' Μέρος)

Πώς κρατάς τον εαυτό σου κολλημένο στο δράμα και πώς να βγεις απ’ αυτό


Οι τρεις πτυχές του Δραματικού τριγώνου

Το Δραματικό Τρίγωνο είναι μια έννοια της Συναλλακτικής Ανάλυσης και περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Stephen Karpman, το 1968. Αποτελείται από τρεις ρόλους τον Διώκτη, το Θύμα και τον Σωτήρα. Στο Δραματικό τρίγωνο υπάρχει ένας πρωταγωνιστής ή Ήρωας που σώζει κάποιον που διώκεται  από κάποιο Κακό Άτομο ή Δύναμη και ως εκ τούτου, το άτομο αυτό είναι το Θύμα.  Κατά τη διαδικασία αυτή, ο Σωτήρας γίνεται  επίσης Θύμα της δύναμης του Διώκτη, αλλά στο τέλος ο Διώκτης γίνεται το Θύμα των ανώτερων ικανοτήτων του Σωτήρα. Αν αυτό σας θυμίζει κάτι, είναι γιατί πρόκειται για την πλοκή όλων των κινουμένων σχεδίων  και κάθε δράματος που έχετε δει ή διαβάσει ποτέ. Την πλοκή αυτή την ονειρεύεστε κάθε βράδυ είτε θυμάστε τα όνειρά σας, είτε όχι.  Το Δραματικό Τρίγωνο ελέγχει και ίσως καταστρέφει τη ζωή σας στο επίπεδο των σχέσεων, των σκέψεων και των ονείρων σας.

Το Δράμα μπορεί να είναι εκπαιδευτικό, ψυχαγωγικό και πολύτιμο, αλλά όταν είσαι το θύμα του δράματος είναι σα να ζεις σε ένα συναισθηματικό τρενάκι χωρίς ηρεμία ή δυνατότητα κατανόησης  του γιατί τα πράγματα εξελίσσονται σε οδυνηρές καταστάσεις, παρά τις καλές σου προθέσεις. Μέσα στο δραματικό τρίγωνο η ζωή είναι πάντα έντονη, αλλά τα πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, παραμένεις κολλημένος. Συνηθίζεις να είσαι δυστυχισμένος, το δράμα γίνεται κάτι το φυσικό και δε μπορείς να φανταστείς μια ζωή με νόημα χωρίς αυτό. Είσαι εθισμένος στο δράμα. Δεν το δημιουργείς εσύ, αλλά το δράμα δημιουργεί εσένα. Και πως ξέρεις  ότι αυτό είναι αλήθεια; Επειδή δε μπορείς  να το σταματήσεις,  ακόμα κι αν έχεις  πείσει τον εαυτό σου  ότι μπορείς, απλά δε γίνεται.


Ο ρόλος του Διώκτη

Οι άνθρωποι σπάνια αναγνωρίζουν τον εαυτό τους σ’ αυτό το ρόλο. Οι γονείς λένε «σε τιμωρώ για το καλό σου». Πότε η δήλωση αυτή θεωρείται  επιμορφωτική και πότε άσκηση βίας; Τα αφεντικά λένε «δε θέλω να σε απολύσω, δεν είναι κάτι προσωπικό». Πότε μια τέτοια δήλωση είναι  «δημιουργική καταστροφή» (ένας καπιταλιστικός όρος  για να δικαιολογήσει τις απολύσεις) και πότε εκμετάλλευση του εργαζομένου; Οι στρατιώτες σκέφτονται «σκοτώνω τους εχθρούς για να γλιτώσω τον κόσμο από την επιθετικότητά τους». Δικαιολογείται ποτέ η δολοφονία ή  πρόκειται πάντα για δίωξη; Οι ιεροεξεταστές έλεγαν «σε βασανίζω για να σώσω την ψυχή σου». Πότε η βία και η σκληρότητα αποτελούν έκφραση της θέλησης του θεού και πότε πρόκειται  για δίωξη μέσα σε δραματικό τρίγωνο; Πώς μπορείς να κρίνεις με βεβαιότητα τη διαφορά; Οι ερωτήσεις αυτές είναι σημαντικές γιατί είναι στο ρόλο του Διώκτη να δικαιολογεί  τον εγωισμό και την απανθρωπιά του.

Το πρώτο και βασικότερο χαρακτηριστικό του ρόλου του Διώκτη είναι ότι έχει πάντα δίκαιο. Οι Διώκτες γνωρίζουν τι είναι καλύτερο, όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά και για τους άλλους και οι ενέργειές τους είναι πάντα δικαιολογημένες στα μάτια τους και , ως εκ τούτου, δεν είναι ποτέ καταχρηστικές. Αυτό φαίνεται εύκολα στα όργανα επιβολής του νόμου, από τον Πρόεδρο ως τους Δικαστές και τους αστυνομικούς που συνήθως δε μπορούν να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ κοινού καλού και δίωξης, όταν πρόκειται  να δικαιολογήσουν βραχυπρόθεσμους στόχους που βελτιώνουν τη φήμη ή την καριέρα τους, όταν πρόκειται να επανεκλεγούν ή να ανανεώσουν τη θητεία τους ή να βγάλουν χρήματα.

Όταν είσαι στο ρόλο του Διώκτη, οι άνθρωποι παίρνουν αυτό που τους αξίζει ή απλά, εσύ κάνεις  αυτό που πρέπει. Ίσως αυτή η συμπεριφορά δικαιολογείται γιατί κάποιος αθετεί τους κανόνες, απειλείται το έθνος, ή είναι «θέλημα θεού». Οι Διώκτες συχνά βλέπουν τον εαυτό τους ως Θύματα. Θα πουν «αυτό με πονά περισσότερο απ’ όσο πονάει εσένα». Βλέπουν τον εαυτό τους σαν κάποιον που δεν είχε άλλη επιλογή, είναι οι ίδιοι τα θύματα άδικων νόμων ή επαγγελματικών στρατηγικών που πρέπει να ακολουθήσουν, ή εντολών του στρατιωτικού τους διοικητή  που πρέπει να εκτελέσουν, του εργοδότη, της κυβέρνησης , του θεού.  Ακόμα και πρόεδροι  και πρωθυπουργοί δικαιολογούν διώξεις λέγοντας ότι δεν έχουν άλλη επιλογή. Ότι πρέπει να περιορίσουν προσωπικές ελευθερίες των πολιτών για τη διασφάλιση της εθνικής ασφάλειας, ότι πρέπει να διεξάγουν πόλεμο  γιατί είναι καθήκον τους. Δεν είναι τίποτα προσωπικό.

Τι συμβαίνει εδώ; Οι διώκτες επιζητούν τον έλεγχο από φόβο να βρεθούν εκτός ελέγχου. Πιστεύουν ότι αν καταφέρουν να αποκτήσουν αρκετή δύναμη, τότε όχι μόνο θα πάει ομαλά η ζωή τους, αλλά και η ζωή των άλλων.  Όπως όταν λέει ένας καλός γονιός «πίστεψέ με, ξέρω τι είναι καλύτερο για ‘σένα. Πρέπει να κάνεις αυτό που σου λέω, για το δικό σου καλό. Διαφορετικά, θα σε τιμωρήσω, αλλά μόνο επειδή νοιάζομαι τόσο πολύ για ‘σένα». Αυτό μπορεί να ακούγεται διεστραμμένο, χοντροειδές, σκληρό και λάθος, αλλά και τόσο γνώριμο καθώς όλ’  αυτά περιγράφουν το ρόλο του Διώκτη.

Όταν τα πράγματα δε λειτουργούν , οι Διώκτες κατηγορούν τους άλλους. Οι γονείς έχουν την τάση να κατηγορούν το σχολείο για τις αποτυχίες των παιδιών τους, οι πολιτικοί κατηγορούν την αντιπολίτευση για τη δική τους έλλειψη ηγετικής ικανότητας, οι δικηγόροι, οι δικαστές και οι αστυνομικοί κατηγορούν τους κακούς νόμους ή «το σύστημα»  για τις δικές τους αυθαιρεσίες και σκληρότητες. Αυτό ονομάζεται «αλλαγή θέματος». Ελπίζουμε δηλαδή ότι θα εκτρέψουμε την ευθύνη από τον εαυτό μας στους άλλους. Το τίμημα είναι ότι στην ουσία, δίνουμε την εξουσία που έχουμε σε οτιδήποτε ή σε οποιονδήποτε θεωρούμε πηγή της δυστυχίας μας. Τα χέρια μας είναι δεμένα λόγω του Θεού, της κυβέρνησης, των κανόνων του τμήματος ή της ανάγκης για «πειθαρχία». Αν αυτό δε λειτουργήσει, λέμε στον εαυτό μας ότι οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν, ότι δε θέλαμε να γίνουμε  σκληροί ή άδικοι ή ότι απλά προσπαθούσαμε να βοηθήσουμε. Ή μπορεί να πούμε «το έκανα για πλάκα! Δεν έχεις χιούμορ;» Αν τίποτα απ’ αυτά δε λειτουργεί ( ή ακόμα κι όταν το κάνει) θα καταδιώξουμε τους εαυτούς μας δημιουργώντας αίσθημα ενοχής. Στη συνέχεια, μπορεί να κάνουμε διάφορα για να τιμωρήσουμε τον εαυτό μας: λέμε ότι κάναμε λάθος ή ότι είμαστε ανόητοι, ότι έχουμε αποτύχει, νιώθουμε θυμωμένοι με τον εαυτό μας για τις πράξεις του, επιχειρούμε να ξεχαστούμε με το αλκοόλ, τα ναρκωτικά ή άλλου είδους άσχετες μορφές απόδρασης.

Η δίωξη των άλλων μπορεί να είναι μια προσπάθεια να αποφύγουμε το αίσθημα αυτό-δίωξης, ρίχνοντας την ευθύνη αλλού.  Όταν σκεφτόμαστε ότι η επιλογή που έχουμε είναι ή  να κατηγορήσουμε άλλους ή να κατηγορήσουμε τον εαυτό μας, εύκολα καταλαβαίνουμε γιατί προτιμάμε το πρώτο.  Ωστόσο, καταδιώκοντας τους άλλους, στην πραγματικότητα καταδιώκουμε τα κομμάτια του εαυτού μας που αυτοί εκπροσωπούν. Κατά συνέπεια, η δίωξη των άλλων  πρόκειται πάντα για αυτό-δίωξη.  Η αυτό-δίωξη είναι το βασικό πρόβλημα που μας οδηγεί στο να κατηγορούμε τους άλλους.  Αν μάθουμε πώς να σταματάμε να κατηγορούμε τον εαυτό μας, θα σταματήσουμε να κατηγορούμε και  τους άλλους. Το αντίθετο, δεν ισχύει. Αν δηλαδή σταματήσουμε να κατηγορούμε τους άλλους είναι απίθανο ότι θα σταματήσουμε να κατηγορούμε  τον εαυτό μας.

Είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η ενοχή είναι στην ουσία αυτό-δίωξη. Αν αυτό το αποδεχτούμε ως αλήθεια, τότε όταν επιλέγεις να χρησιμοποιήσεις την ενοχή  για να κάνεις τα παιδιά σου να συμπεριφέρονται σωστά ή για να αλλάξει συμπεριφορά ο σύντροφός σου, αναγνωρίζεις ότι διώκεις τα στοιχεία του εαυτού σου που αυτοί αντιπροσωπεύουν, αντί να βουλιάξεις τη σχέση σου ακόμα περισσότερο  στο όνειρο ή την απατηλή πραγματικότητα του Δραματικού Τριγώνου. Όταν αισθάνεσαι ένοχος, όχι μόνο καταδιώκεις τον εαυτό σου, αλλά τον καταδικάζεις να ζει μέσα στο Δραματικό Τρίγωνο.  Αν θέλεις  να ξεφύγεις, θα πρέπει να αναγνωρίσεις ότι έχεις εθισμό στην ενοχή, τον οποίο πρέπει να σπάσεις.  Ένας τρόπος για να γίνει αυτό είναι να σταματήσεις να χρησιμοποιείς τη γλώσσα της ενοχής στην ομιλία και στις σκέψεις σου. Ρώτησε τους άλλους να σου πούνε πόσο συχνά χρησιμοποιείς τις λέξεις «πρέπει», «θα έπρεπε», «οφείλω». Μάθε να μην τις χρησιμοποιείς και να τις υποκαταστήσεις με άλλες όπως «θέλω», «χρειάζομαι», «προτιμώ», τόσο στα λόγια, όσο και στις σκέψεις σου.

Η ζωή δε γίνεται ποτέ καλύτερη για τους διώκτες γιατί ο κόσμος δε θα αλλάξει για να συνάδει με τις μη ρεαλιστικές προσδοκίες τους. Ωστόσο, αυτό δεν τους εμποδίζει να πιστεύουν ότι έτσι θα ‘πρεπε. Έτσι , συνεχίζουν τις μάταιες προσπάθειές τους να καθιστούν τους άλλους υπεύθυνους  για την ευτυχία αλλά και τον πόνο τους, και να κατηγορούν τους άλλους ή τον εαυτό τους όταν ο κόσμος δεν ενεργεί με τον τρόπο που νομίζουν ότι θα έπρεπε. Αν και οι διώκτες συχνά δε θεωρούν τον εαυτό τους απειλητικό, χρησιμοποιούν τον εκφοβισμό και τις απειλές για να πάρουν αυτό που θέλουν. 

Πώς ξέρεις ότι παίζεις το ρόλο του Διώκτη;

Ο ρόλος του Διώκτη βρίσκεται στο μάτι του θεατή, που σε γενικές γραμμές σημαίνει ότι θα πρέπει να μάθεις να σέβεσαι τη γνώμη εκείνων που ισχυρίζονται ότι είναι θύματα κακοποίησης από εσένα. Ωστόσο ένας πιο ακριβής και αποτελεσματικός τρόπος για να καταλάβεις αν παίζεις το ρόλο του Διώκτη, είναι να αναρωτηθείς  «ποια θα ήταν  η αντικειμενική γνώμη κάποιου που δεν είναι προκατειλημμένος προς τη μια ή την άλλη πλευρά;». Για παράδειγμα, στις διαφορές μεταξύ γονέα και παιδιού ή μεταξύ συντρόφων, η προοπτική ενός συμβούλου είναι συχνά πιο αξιόπιστη γιατί είναι πιο αντικειμενική. Σε μια διαφωνία μεταξύ εθνών, ένα διεθνές δικαστήριο είναι συχνά πιο αντικειμενικό και αξιόπιστο.

Δεδομένου ότι οι διώκτες είναι εκ φύσεως τυφλοί στη δική τους καταχρηστικότητα, αν κάποιος σας πει ότι παίζετε το ρόλο του Διώκτη, ζητήστε περισσότερες πληροφορίες. Υποθέστε ότι έχουν δίκαιο ακόμα κι αν δεν το βλέπετε. Όταν φωνάζετε, κατηγορείτε, προσπαθείτε να κάνετε τους άλλους να νιώσουν ένοχοι, χειραγωγείτε του άλλους για να πάρετε αυτό που θέλετε, διακόπτετε, χαρακτηρίζετε άσχημα, κουτσομπολεύετε, οδηγείτε επιθετικά ή λέτε στους άλλους τι είναι σωστό για εκείνους και τι θα πρέπει να κάνουν, βρίσκεστε στη θέση του Διώκτη. 
Σταματήστε τον εξορθολογισμό των πράξεών σας και αντιμετωπίστε την πραγματικότητα, και ό,τι αυτή σημαίνει.

Ένα πράγμα που σίγουρα δε σημαίνει «πραγματικότητα», είναι ότι πρέπει να κατηγορείτε τον εαυτό σας ή να νιώθετε ενοχή. Αυτό είναι  που οι άνθρωποι φοβούνται και προσπαθούν απεγνωσμένα να αποφύγουν κατηγορώντας τους άλλους. Αλλά αυτή είναι μια λανθασμένη επιλογή. Το να κατηγορούμε τον εαυτό μας ή τους άλλους, μας κρατά κολλημένους στο Δραματικό Τρίγωνο. Γίνεστε Διώκτης του εαυτού σας κάθε φορά που σκέφτεστε «είμαι ηλίθιος, άσχημος, μια αποτυχία», «δε θα τα καταφέρω», «ποτέ δε θα είμαι αρκετός», ή «φταίω εγώ». Αναγνωρίζοντας αυτές τις γνωστικές στρεβλώσεις και μαθαίνοντας να τις αντικαθιστάτε με ρεαλιστικές και ακριβείς εναλλακτικές σκέψεις αποτελεί μια βασική δεξιότητα ζωής για να προστατέψετε τον εαυτό σας από την κατάθλιψη και το άγχος.

Επίσης, κάθε φορά που επικρίνετε τους άλλους ή τον εαυτό σας, είναι πιθανό να λειτουργείτε ως Διώκτης. Αν και υπάρχουν περιπτώσεις όπου μπορεί να αποδοθούν  οι συνέπειες  χωρίς να βρισκόμαστε στο ρόλο του Διώκτη, είναι προτιμότερο να υποθέσουμε ότι δεν είμαστε αρκετά έξυπνοι για να γνωρίζουμε τη διαφορά, αλλά κι ούτε κάποιος άλλος είναι. Από την άλλη, μπορούμε να υποθέσουμε ότι αυτοί που λένε ότι μια πράξη δεν είναι δίωξη, επιδίδονται σε κάποια μορφή  αυτό-δικαιολόγησης. Ένα καλό παράδειγμα είναι η αυτοκριτική. Ενώ μπορεί να είμαστε πρόθυμοι να αναγνωρίσουμε ότι αυτό είναι μια μορφή δίωξης, τη δικαιολογούμε γιατί νομίζουμε ότι την αξίζουμε, το οποίο είναι ένας εξορθολογισμός και μια δικαιολογία. Είναι δίωξη ή όχι; Είναι αυτό-δίωξη, είτε νομίζουμε ότι την αξίζουμε είτε όχι. Επειδή είμαστε κολλημένοι στο ρόλο του Διώκτη, δε σημαίνει ότι δικαιολογούμαστε να καταδιώκουμε τον εαυτό μας γι’ αυτό! Κατηγορώντας τον εαυτό μας διαιωνίζουμε την ταλαιπωρία μας και παραμένουμε εγκλωβισμένοι  στο Δραματικό Τρίγωνο. Είναι πολύ πιο αποτελεσματικό να αναρωτηθεί κανείς τα παρακάτω:

«Πότε παίζω το ρόλο του Διώκτη;»
«Όταν πιάνω τον εαυτό μου να διώκω τους άλλους, τι μπορώ να κάνω;»
«Όταν πιάνω τον εαυτό μου να διώκω εμένα, τι μπορώ να κάνω;»
«Πως λειτουργεί αυτό για ‘μένα;»
«Αν έχω μια δουλειά ή ρόλο που με «αναγκάζει» να παίζω το ρόλο του Διώκτη, για πόσο είναι διατεθειμένος να το δέχομαι αυτό ως δικαιολογία ώστε να παραμένω κολλημένος στο Δραματικό Τρίγωνο;»
«Κατά πόσο θέλω να σταματήσει η κατάσταση αυτή ώστε να πάψω  να δικαιολογούμαι και να αλλάξω συμπεριφορά;»

Αν θέλετε να σταματήσετε, μπορείτε.

Χρειάζεστε αντικειμενικότητα για να συνέλθετε από τις διώξεις γιατί δεν συνειδητοποιείτε ότι αυτό κάνετε.


Thursday, July 7, 2016

Friday, June 10, 2016

Η εμπειρία μου ως θεραπεύτρια στην Ελλάδα

Μετά από 2 χρόνια που βρίσκομαι στη χώρα όπου γεννήθηκα νιώθω την ανάγκη να κάνω έναν απολογισμό, για όσα μου δίδαξε η εμπειρία μου εδώ και να καταλήξω σε ορισμένα συμπεράσματα. Γνωρίζω ότι υπάρχουν μουσικοθεραπευτές στην Ελλάδα που τα καταφέρνουν πολύ καλύτερα, σύμφωνα με τα δεδομένα μιας κοινώς αποδεκτής "επιτυχίας", αλλά η προσαρμογή δεν είναι δεδομένη σε καμία περίπτωση και ειδικά όταν αυτή διακυβεύει βασικές αρχές του θεραπευτή όπως είναι η ευαισθησία, η ενσυναίσθηση και η επικοινωνία.

Η παρακάτω λίστα περιέχει καθαρά προσωπικές εκτιμήσεις.


 1.       Το αμόρφωτο, αδιάφορο και ανενημέρωτο κοινό.

    Ένα μέρος των ψυχικών προβλημάτων των ανθρώπων προκύπτει λόγω της σύγκρουσης του συνειδητού με το ασυνείδητο. Ο εγωισμός από την άλλη, λειτουργεί σαν φράγμα της συνείδησης με αποτέλεσμα όσο πιο εγωιστής είναι κάποιος, τόσο πιο ρηχή να είναι η συνείδησή του και κατά συνέπεια τόσο μεγαλύτερη η σύγκρουση με το ασυνείδητο.  Με άλλα λόγια ο εγωισμός, είναι ένας μηχανισμός άμυνας που εμποδίζει την επέκταση της συνείδησης και ως αποτέλεσμα ο κόσμος να μπλοκάρει οποιαδήποτε πληροφορία θα μπορούσε να διαταράξει την άνεση του εγωισμού του. 

Προσωπικά συνάντησα μεγάλη απροθυμία για οποιαδήποτε θεραπευτική παρέμβαση, παρά την προσφορά μου ακόμα και για δωρεάν συνεδρίες. Η λεκτική επικοινωνία με κάποιον που χρειάζεται βοήθεια και το γνωρίζει,  δίνει θετικές ενδείξεις, οι οποίες όμως δεν προχωρούν ποτέ στο επόμενο στάδιο, δηλαδή της δοκιμής ενός προτεινόμενου θεραπευτικού πλαισίου, στο οποίο θα πρέπει να συμμετέχει ενεργά.

Μια δεύτερη πιθανή ερμηνεία της συμπεριφοράς αυτής είναι η ανευθυνότητα στην οποία είμαστε γαλουχημένοι για αιώνες ως λαός. Είτε πρόκειται για μουσικοθεραπεία είτε για ψυχοσωματική θεραπεία, απαιτείται η υπεύθυνη συμμετοχή και δέσμευση από τον ενδιαφερόμενο. Νομίζω ότι οι περισσότεροι αδυνατούν να δουν μια τέτοιου είδους θεραπευτική παρέμβαση ως  βοήθεια στο πρόβλημά τους , γιατί απλά δε θέλουν να δουν πραγματικά το πρόβλημα. Η αποδοχή  του προβλήματος, προϋποθέτει αυτόματα την παραδοχή ότι «είμαι υπεύθυνος γι’αυτό», γεγονός που θίγει τον, κακώς εννοούμενο εγωισμό που προανέφερα.


2.       Η έλλειψη επαγγελματισμού και διαφάνειας από μέρος των ιδρυμάτων.

Τα δύο αυτά χρόνια που βρίσκομαι στην Ελλάδα, έχω απευθυνθεί σε διάφορα μεγάλα ιδρύματα της Θεσσαλονίκης προκειμένου να ενημερώσω τους τυχόν ενδιαφερομένους για τη μουσικοθεραπεία, για το πώς αυτή θα μπορούσε να ενταχθεί και να ενσωματωθεί στο ήδη υπάρχον πρόγραμμα θεραπειών και φυσικά για πιθανή συνεργασία. 

Πέραν της ελλιπούς οργάνωσης και της αμφιλεγόμενης συμπεριφοράς που έτυχα, μου δόθηκε η εντύπωση πως οι περισσότεροι δεν ξέρουν τι ακριβώς είναι η μουσικοθεραπεία, αλλά αρνούνται ή φοβούνται να ρωτήσουν για να μη δείξουν άγνοια, κι όταν πας να εμβαθύνεις περισσότερο, απλά σε κόβουν.  Ως αποτέλεσμα, έγινα δέκτης εξόφθαλμων ψεμάτων, αλλά και απόκρυψης σημαντικών πληροφοριών που αφορούσαν την εδραίωση ή όχι μιας συνεργασίας, προτάσεων για θεραπευτικά πλαίσια διάρκειας πολλών ωρών (ενώ είθισται να διαρκούν από 40 λεπτά έως 1 ώρα περίπου, με συγκεκριμένες εξαιρέσεις) και πολλής πολλής ασάφειας,  και ειδικά σε σύγκριση με την τυπικότητα και αμεσότητα που απαιτούσαν από μέρους μου.

Το μισθολογικό είναι ακόμα ένα κεφάλαιο το όποιο για διάφορους λόγους δε θα θίξω εδώ. 

Δυστυχώς, και το τραγικότερο όλων κατ’ εμέ, είναι η παντελής απουσία συνεργασίας και της από κοινού δουλειάς που απαιτείται, για την εκπλήρωση κάποιου σκοπού (ακόμα κι αν πρόκειται για κάτι καθαρά ενημερωτικό) ή για τη δημιουργία ακραιφνών  επαγγελματικών προτάσεων που θα ανταποκρίνονταν στις  ίδιες ανάγκες του ιδρύματος.


3.       Η έλλειψη κριτηρίου για την πλήρωση μιας θέσης μουσικοθεραπευτή. 

Από το ίδρυμα, στο οποίο έκανα μέρος της πρακτικής μου, στη Θεσσαλονίκη, ως τις προκηρύξεις για θέσεις μουσικοθεραπευτών σε διάφορους δήμους, προσλαμβάνονται άτομα τα οποία δεν είναι μουσικοθεραπευτές. Τα άτομα αυτά, πρόκειται είτε για μουσικούς που παρακολούθησαν κάποια μαθήματα ή σεμινάρια μουσικοθεραπείας , είτε είναι ψυχολόγοι που εξουσιοδοτούνται από τους ανωτέρους τους (ή τον ανώτερο εαυτό τους), να  χρησιμοποιούν τη μουσική κατά βούληση, ονομάζοντας την πρακτική αυτή «μουσικοθεραπεία». 

Επίσης έχει παρατηρηθεί, ορισμένοι μουσικοθεραπευτές , να χρησιμοποιούν τίτλους σχετικούς με το επάγγελμα, οι οποίοι δεν υφίστανται και δεν τεκμηριώνονται από τις σπουδές ή την πρακτική τους.


4.       Η απουσία του συλλόγου μουσικοθεραπευτών. 


Όντας εγγεγραμμένη στα ενημερωτικά μηνύματα του συλλόγου μουσικοθεραπευτών Ελλάδας, αποφάσισα να μην εγγραφώ στον ίδιο το σύλλογο γιατί δεν έχει πέσει στην αντίληψή μου κάποια συντονισμένη και οργανωμένη δράση. Ως μέλος του συλλόγου μουσικοθεραπευτών  άλλης  χώρας, λαμβάνω κάθε μήνα μηνύματα  που αναφέρονται στην καθιερωμένη διεξαγωγή συναντήσεων των μουσικοθεραπευτών, με διαφορετική θεματολογία και ομιλητές κάθε φορά, και ακολουθεί πάντα δεύτερο μήνυμα με βίντεο, περιλήψεις και σχολιασμούς πάνω στο θέμα.

Στην Ελλάδα, η μοναδική ομάδα που κινείται στο χώρο είναι διεπιστημονική και προωθεί συγκεκριμένη μέθοδο ψυχαναλυτικής μουσικοθεραπευτικής προσέγγισης.


5.       Η κατάχρηση τίτλων και αντιδεοντολογική συμπεριφορά θεραπευτών άλλων ειδικοτήτων.


Η λίστα είναι μεγάλη, και περιλαμβάνει από περιπτώσεις ατόμων που πηγαίνουν σε νηπιαγωγεία και «ψαρεύουν» πελάτες, διακρίνοντας ανύπαρκτες μαθησιακές ή κινητικές δυσκολίες σε μαθητές, μέχρι ψυχολόγους που δεν έχουν καμία διάθεση για συνεργασία και σε «μεταχειρίζονται» χωρίς καμία πρόθεση για συνεργασία, εκτίμηση ή πλήρη άγνοια  για το επάγγελμα του μουσικοθεραπευτή.

και φυσικά,

 6.       Η απαξίωση και αδιαφορία από οικείους και γνωστούς σε σχέση με το επάγγελμα.


Στην Ελλάδα δεν υπάρχουν σπουδές μουσικοθεραπείας σε καμία βαθμίδα. Όσοι είναι διπλωματούχοι μουσικοθεραπευτές έχουμε σπουδάσει στο εξωτερικό. Κάποιοι από εμάς έχουμε κάνει και τις πρακτικές μας στο εξωτερικό και σίγουρα έχουμε κάνει πολλές πολλές ώρες προσωπικής θεραπείας και εποπτειών. 

Για κάποιο λόγο λοιπόν, κατά τη διάρκεια των σπουδών και όσο βρίσκεσαι εκτός συνόρων, έχεις μεγαλύτερη αξία απ’ ότι όταν επιστρέφεις στη χώρα σου. Για κάποιο λόγο, η προσπάθεια απόκτησης του  πτυχίου έχει μεγαλύτερη αξία από το ίδιο το πτυχίο. Έτσι, επιστρέφοντας, κι αν θέλεις να διατηρήσεις επαφές με συγγενείς και φίλους, πρέπει να αποδείξεις ότι γνωρίζεις κάτι περισσότερο, το οποίο συχνά αμφισβητείται ή στη χειρότερη,  χλευάζεται. 

Με άλλα λόγια, τα δύο αυτά χρόνια που βρίσκομαι στην Ελλάδα αισθάνομαι ότι μια πτυχή της προσωπικότητάς μου είναι σε μόνιμη βάση αντικείμενο κακοποίησης . Νιώθω ότι οι σπουδές μου άνοιξαν ορίζοντες ενσυναίσθησης όπου η ευαισθησία είναι δύναμη κι όχι μειονέκτημα, αλλά δε βρίσκω διαύλους ίσης επικοινωνίας. Έχω μονίμως την αίσθηση ότι βρίσκομαι αρκετά βήματα πιο μπροστά από τον συνομιλητή μου, στον οποίο όταν επιχειρώ να του δείξω ότι υπάρχει κι «άλλη πλευρά» στο ζήτημα που τον απασχολεί, εισπράττω άρνηση με πολλούς και διάφορους τρόπους. 

Δεν έχω την ψευδαίσθηση ότι ανήκω στο «μέσο όρο» και το γεγονός ότι έγινα δεκτή στο συγκεκριμένο μεταπτυχιακό art-therapy/μουσικοθεραπείας το αποδεικνύει. Και μπορεί η ευαισθησία να πηγαίνει χέρι-χέρι με την υπευθυνότητα, αλλά όταν η μοναδική πηγή ενέργειας και ουσιαστικής ανάδρασης, είναι από ανθρώπους που δε βρίσκονται στο κοντινό μου περιβάλλον, φτάνω στο σημείο να αναρωτιέμαι που βρίσκεται τελικά η θέση μου, πράγμα που με αποδυναμώνει και με αποσυντονίζει.

Στα πλαίσια των σπουδών μου έμαθα μια βασική αρχή: δεν έχεις το δικαίωμα σαν θεραπευτής, να αφαιρέσεις την ψευδαίσθηση του άλλου, αν δεν έχεις κάτι καλύτερο να του προτείνεις.
Έτσι λοιπόν αποφάσισα, αν μη τι άλλο, να κάνω ένα διάλειμμα από το blog αυτό μια που ο αρχικός λόγος δημιουργίας του δεν υφίσταται πλέον.  Ίσως στο μέλλον να αλλάξω περιεχόμενο, ίσως αν προκύψει κάποια ανατροπή στα δεδομένα μου, να επανέλθω, αλλά για την ώρα βάζω  «.»

Καλή συνέχεια σε όλους!

Wednesday, June 1, 2016

Χαρακτηριστικά προσαρμοσμένου και συνειδητοποιημένου παιδιού





Sunday, May 29, 2016

Αν το σώμα μιλούσε


Το σώμα είναι μια εκπληκτική συσκευή επικοινωνίας. Αν είμαστε πρόθυμοι να ακούσουμε, το σώμα μας ευθυγραμμίζεται με τη σοφία της ψυχής για να μας δείξει τους τομείς της ζωής μας που πρέπει να καθαριστούν και να γιατρευτούν. Αν κι αυτό μοιάζει με  “new age” αντίληψη, στην πραγματικότητα είναι το  θεμέλιο των αρχαιότερων θεραπευτικών προσεγγίσεων του κόσμου : της Παραδοσιακής Κινέζικης Ιατρικής (Π.Κ.Ι.) και της ινδικής αγιουρβέδα.

Σύμφωνα με την ιατρική της αγιουρβέδα υπάρχουν εννέα “rasas” , δηλαδή εννέα βασικά συναισθήματα, των οποίων η ισορροπία στο σώμα, θα  καθορίσουν τελικά την υγεία και ευημερία του. Ομοίως, μια από τις βασικές αρχές της παραδοσιακής κινέζικης ιατρικής είναι ότι αν φροντίζονται μόνο οι σωματικές παθήσεις του ατόμου, αυτές θα επιστρέψουν στην περίπτωση που η υποκείμενη νοητική ή συναισθηματική κατάσταση δεν αντιμετωπιστεί.

Η δυτική επιστήμη επιβεβαιώνει επιτέλους αυτήν την αρχαία γνώση, ότι δηλαδή το σώμα μας διαθέτει μια ευφυΐα που πάει πέρα από την ορθολογική σκέψη. Ο Dr Michael Gershon, καθηγητής Κυτταρικής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, ανακάλυψε ότι η κοιλιακή χώρα κρύβει έναν πραγματικό εγκέφαλο. Στο βιβλίο του «The Second Brain” (Ο Δεύτερος Εγκέφαλος) εξηγεί  ότι οι επιστήμονες αναγνωρίζουν πλέον το δίκτυο των νευρώνων  που υπάρχουν κατά μήκος του γαστρεντερικού σωλήνα, ως ανεξάρτητο εγκέφαλο, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί  ένα νέο πεδίο της ιατρικής, τη νευρογαστρεντερολογία.

Ο Philip Shepherd, πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα την έρευνα του Gershon κι εξηγεί: « αν η κρανιακή σκέψη μας κάνει να ξεχωρίζουμε από τον κόσμο, η σκέψη που συντελείται στην κοιλιά μας ενώνει μ’ αυτόν. Αν ο κρανιακός εγκέφαλος πιστεύει ότι περιβάλλεται από έναν αναγνωρίσιμο κόσμο που μπορεί να ελεγχθεί, ο εγκέφαλος στην κοιλιά μας είναι σε επαφή με το μυστήριο του κόσμου».  Με άλλα λόγια, το να ακούμε το σώμα μας, δεν είναι απλά μια πρακτική άσκηση, αλλά μια βαθειά πνευματική πρακτική που μας φέρνει αντιμέτωπους με το γεγονός ότι είμαστε κάτι περισσότερο από βιολογικές οντότητες.

Η Louise Hays ήταν ένας από τους πρώτους ανθρώπους που παρουσίασαν συστηματικά τη σχέση μεταξύ σωματικών παθήσεων και συναισθηματικής ή/και πνευματικής ασθένειας σε δυτικό ακροατήριο το 1976.  Υποστήριξε ότι ορισμένα συναισθήματα συνδέονται με τα φυσικά μέρη του σώματος. Για παράδειγμα: ο ανεπίλυτος θυμός αποθηκεύεται στο συκώτι μας, το άγχος στους πνεύμονες, ο φόβος στα νεφρά μας και τα αποτελέσματα αυτά ανταποκρίνονται άμεσα με τις συνδέσεις που κάνει η Π.Κ.Ι. μεταξύ των οργάνων και τα αντίστοιχα συναισθήματα.

Οι Κινέζοι κατάλαβαν την επίδραση των συναισθημάτων στο σώμα πριν πολλά χρόνια.  Το όφελος από την κατανόηση αυτών των δεσμών είναι ότι μπορούμε να ανακαλύψουμε ποιο κομμάτι της ψυχής μας πρέπει να θεραπεύσουμε «ακούγοντας» το σημείο στο σώμα μας που έχει χάσει την ισορροπία του.

Δυστυχώς, πολλοί από εμάς προτιμούν να φιμώσουν  τα μηνύματα του σώματος με τη χρήση παυσίπονων, ή άλλων φαρμάκων που ελέγχουν τη διάθεσή μας και που τελικά μπλοκάρουν την ικανότητά του να επικοινωνεί μαζί μας. Πόσο θα άλλαζε η ζωή σας, αν την επόμενη φορά που θα μπείτε στον πειρασμό να καλύψετε τα συμπτώματά σας, αναρωτηθείτε αντ’ αυτού: «τι προσπαθεί να μου πει το σώμα μου;», «ποια αλήθεια προσπαθώ να αποφύγω;», «σε ποιο κομμάτι της ζωής μου έχω χάσει την ισορροπία;»


Υπάρχει κάτι το μεγαλειώδες στην αποδοχή αυτής της φιλοσοφίας. Μας δίνει την ευκαιρία να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε και τελικά να αλλάξουμε τη ζωή μας. Σε άλλο επίπεδο, μας προσκαλεί να δούμε το σώμα μας όχι απλά σαν μια μηχανή που χρειάζεται συντήρηση κι επισκευή, που ναρκώνεται και φιμώνεται. Αντ ‘αυτού  μπορούμε να δούμε το σώμα ως μια συσκευή ευαίσθητης επικοινωνίας που μας δίνει την ευκαιρία να αντιμετωπίσουμε τον πόνο σαν ψίθυρο των βαθύτερων επιθυμιών την ψυχής. Ακούστε το!


Saturday, May 21, 2016

Τεκνοποίηση, Ναι ή Όχι;
(μέρος Α’)



Δεν ήθελα ποτέ μου παιδιά. Και ξαφνικά, πριν μερικά χρόνια, κατάλαβα γιατί άλλοι θέλουν. Μπορώ πλέον να δω ότι και οι δύο επιλογές μπορεί να έχουν οφέλη, αλλά εμπεριέχουν  και γκρίνια, αμφιβολίες και απογοήτευση, ανεξάρτητα από το τι θα κάνεις. Απλά συμβαίνει να μην ακούμε –και ειδικά τους γονείς- να μιλούν γι’ αυτές, κυρίως επειδή δε θέλουν να διασκεδάσουν την ιδέα ότι η ζωή τους θα ήταν καλύτερη αν είχαν αποφασίσει διαφορετικά, δεδομένου ότι η απόφαση είναι τεράστια και γιατί οι άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν ότι  η επιλογή τους είναι η μοναδική και η καλύτερη που έχουν κάνει.

Από νεαρή ηλικία, συνειδητοποιώντας ότι όλοι θα πεθάνουμε έτσι κι αλλιώς, πίστευα ότι η απόκτηση παιδιών είναι μια ηλιθιότητα. Η γνώση αυτού του γεγονότος, χωρίς να γνωρίζεις πραγματικά ποιος είναι ο σκοπός της ζωής, αλλά και χωρίς οι γονείς σου να μπορούν να σε καθησυχάσουν για τη σημασία της ύπαρξής σου – αν και παρ’όλ’ αυτά σε έχουν σύρει μέσα σ’αυτήν- , μοιάζει σαν μια μάλλον παράξενη επιλογή για να κάνει κανείς, δεδομένου ότι η ζωή είναι πολύ σκληρή δουλειά. Κοστίζει ακριβά και είναι αναγκαία η διαρκής συντήρηση.  Γιατί ποια είναι τελικά η πραγματική διασκέδαση στη ζωή; Εκτός αν κάποιος πιστεύει σοβαρά ότι το σεξ και οι σοκολάτες αρκούν για να αναπληρώσουν όλα τα παραπάνω.

Και μετά, κοιτώντας κανείς τις ζωές των γονιών, αναρωτιέται για ποιο λόγο παίρνει κάποιος την απόφαση να κάνει παιδιά.  Γιατί οι αδικίες της πατρότητας μοιάζουν τεράστιες: δεν ξέρεις αν τα παιδιά σου θα σε ευχαριστήσουν γι’αυτά που τους έδωσες, μπορεί να μην υιοθετήσουν την κοσμοθεωρία σου, είσαι οικονομικά σκλαβωμένος για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου, όντας κολλημένος σε δουλειές που διαφορετικά δε θα έκανες και μάλιστα είσαι υποχρεωμένος να παραμείνεις σ’αυτές για χρόνια. Και τέλος, πώς δείχνεις αρκετή προσοχή στο σύντροφό σου, από τη στιγμή που αυτός ο καινούριος αβοήθητος τύραννος εγκαθίσταται στη ζωή σου;

Και το παιδί αυτό το αγαπάς περισσότερο από οποιονδήποτε έχεις γνωρίσει ποτέ, σα να βιώνεις την αγάπη με έναν εντελώς νέο τρόπο που δεν είχες συνειδητοποιήσει καν ότι υπάρχει. Και όμως δεν υπάρχει απολύτως ΤΙΠΟΤΑ που μπορείς να κάνεις για να το προστατεύσεις απ’ όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, στο οποίο τελικά θα σε εγκαταλείψει. Όπως και να το δεις, δεν πρόκειται για την καλύτερη δυνατή επιλογή.

Και  αντίθετα απ’ ό, τι λένε, δεν πρόκειται για κάποια ορμονική αναλαμπή. Οι άνθρωποι στην αναπαραγωγική και μετά-αναπαραγωγική ηλικία δεν έχουν ποτέ, τα  οποιαδήποτε γονικά ένστικτα. Και πιστεύω πως ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι η απόφαση τελικά να μην κάνεις παιδί, είναι παρόμοια με την απόφαση να κάνεις, και αφορά την επιθυμία του καθενός να κάνει τη διαφορά, πέρα από τον εαυτό του,  στον κόσμο και στο μέλλον των εν ζωή πλασμάτων  συνολικά.

Στο παρελθόν ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό ήταν μέσω της απόκτησης παιδιών κυρίως γιατί οι συνθήκες ήταν κατάλληλες για όλους για να τεκνοποιήσουν. Τώρα, που υπάρχουν σοβαρά προβλήματα, νομίζω πως είναι απολύτως λογικό τα ένστικτα  κάποιων ανθρώπων να επαναπροσδιορίζονται και αναρωτιέμαι αν αυτό πρόκειται για κάποιο βιολογικό φαινόμενο. Γιατί όλο και περισσότεροι άνθρωποι φαίνεται να αισθάνονται ότι είναι καλύτερα να εστιάσουν την ενέργειά τους και τις προσπάθειές τους σε κάποιον άλλον τομέα, παρά να αναθρέψουν παιδιά. Αλλά ακόμα και αν το βιώνουν σαν ορμονικό κάλεσμα, δεν είναι σαφές περί τίνος πρόκειται.

Θα μπορούσε για παράδειγμα να εκδηλωθεί σαν ένα ξαφνικό αίσθημα κατάθλιψης, σαν μια αίσθηση ότι ο κόσμος έχασε λίγο από το χρώμα του, ή τα πράγματα που σε  ενδιέφεραν πριν να μην έχουν πλέον τόση σημασία. Να αισθάνεσαι δηλαδή σαν να έχει λήξη η  παλιά σου ταυτότητα.  Βέβαια όλα αυτά συμβαίνουν και όταν μεταβαίνει κανείς στην εφηβεία, αλλά δεν είσαι πλέον παιδί. Δε σε ενδιαφέρει τι πιστεύουν πλέον οι γονείς σου. Τους αγαπάς, αλλά η ακτίνα εστίασης έχει προχωρήσει και σε ενδιαφέρει περισσότερο η άποψη των ατόμων της γενιάς σου, γιατί αυτό είναι το σύνολο από το οποίο πρόκειται να επιλέξεις σύντροφο και θα σε βοηθήσει ώστε να συνεχίσουν τα γονίδιά σου.  Γιατί αυτό είναι το μοναδικό μέλημα της ζωής, η δημιουργία περισσότερης.

Πιστεύω ότι αυτό είναι που βιώνουν ορισμένοι άντρες με τη την κρίση μέσης ηλικίας, είτε έχουν παιδιά είτε όχι. Οι άντρες είναι γόνιμοι για όλη τους τη ζωή, έτσι σπρώχνονται και καθοδηγούνται από τις ορμόνες να κάνουν ίσως πράγματα, τα οποία λογικά δε θέλουν να κάνουν. Ο τρόπος που λειτουργεί ο εγκέφαλος για να μας υποδείξει τι θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει, μοιάζει με διάβασμα των προηγούμενων εμπειριών της ζωής και σε κάνει να λαχταράς για πράγματα που τότε όριζες ως σχετικά με αυτές. Έτσι αν πρόκειται να σε κάνει  να αποκτήσεις ένα παιδί, θα σε κάνει να λαχταρήσεις την παιδική σου ηλικία εγκαθιστώντας την κατάθλιψη και τη νοσταλγία σαν γενικό συναίσθημα.  

Είναι για παράδειγμα σύνηθες, στους άντρες με κρίση μέσης ηλικίας να τους λείπει η μαμά τους. Τους λείπει που ήταν οι ίδιοι παιδιά και τους λείπει η παιδική ηλικία των δικών τους παιδιών που πλέον έχουν μεγαλώσει , και εύχονται να το ξανάκαναν όλο από την αρχή. Ίσως αυτό είναι όντως ένα ένστικτο που σου υποδεικνύει να κάνεις κι άλλα παιδιά, αλλά επειδή αυτό συμβαίνει, δε σημαίνει ότι πρέπει να το κάνεις κι όλας.

Τώρα που υπάρχουν τόσα πολλά και σοβαρά προβλήματα στον κόσμο, υπάρχει πραγματικά κάποια δικαιολογία για να κάνει κανείς παιδιά; Αν κάποιος έχει όντως γονικό ένστικτο μπορεί να υιοθετήσει. Υπάρχουν τόσα παιδιά που χρειάζονται ένα σπίτι και βρίσκονται ήδη εδώ. Από την άλλη, δεν ξέρουμε ποιο είναι πραγματικά το νόημα της ζωής. Πρόκειται για ένα ταξίδι χωρίς πινακίδες, χωρίς χάρτες και οδηγούς πλοήγησης, σε ένα τοπίο για το οποίο δεν ξέρουμε τίποτα. Δεν ξέρουμε αν υπάρχει θεός, δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει όταν πεθαίνουμε. Οπότε ποιο το νόημα να διαιωνίσουμε τα γονίδιά μας όταν το μέλλον μπορεί να είναι απλά επιστημονική φαντασία;

Η μόνη πυξίδα που έχει κανείς ΣΙΓΟΥΡΑ είναι η αγάπη. Αυτή είναι το πράσινο φως. Τα ένστικτά σου που σου υποδεικνύουν τι θέλεις να κάνεις, έχουν σφυρηλατηθεί για εκατομμύρια χρόνια και ΙΣΩΣ θα πρέπει να τα ακολουθήσεις.  Κι αν σε πνευματικό επίπεδο σκέφτεσαι ότι υπάρχει ένα μεγαλύτερο νόημα σε όλο αυτό, στο οποίο είσαι μέρος ΙΣΩΣ θα έπρεπε να υπακούσεις. Και αν το ένστικτο κάποιων ανθρώπων είναι να μην αποκτήσουν παιδιά, αλλά να εστιάσουν στο να κάνουν τον κόσμο καλύτερο, ΙΣΩΣ αυτή να είναι η σωστή επιλογή. Κι αν είσαι άθεος και πιστεύεις ότι διαθέτεις κάποια πνευματική αυτονομία, ΙΣΩΣ να πιστεύεις ότι είμαστε όλοι συνδεδεμένοι μέσω της εξέλιξης με τρόπο ώστε να νιώθουμε ικανοποίηση κάνοντας συγκεκριμένα πράγματα, όπως το να αποκτούμε παιδιά. Για να κατανοήσουμε λοιπόν το πλήρες φάσμα της ανθρώπινης εμπειρίας, πρέπει κανείς να  διερευνήσει το πανόραμα της δυνατής δραστηριότητας.

Αν σε ενδιαφέρει το μέλλον του ανθρώπινου είδους, υπάρχει το επιχείρημα ότι  επενδύεις σε προσωπική δουλειά ώστε να φέρεις στον κόσμο μερικά καλοαναθρεμμένα και συναισθηματικά ευφυή παιδιά, τα οποία στη συνέχεια θα κάνουν τον κόσμο καλύτερο αφού πεθάνεις.  Αλλά αν δούμε τις σχετικές έρευνες, οι άνθρωποι με υψηλότερο δείκτη νοημοσύνης είναι πιο πιθανό να παραμείνουν άτεκνοι, γι’αυτό και υπάρχει η γενική αντίληψη ότι η νοημοσύνη του πληθυσμού θα μειωθεί.

Όταν μελετά κανείς περί τίνος πρόκειται  το θέμα της πατρότητας, μοιάζει σα να πρέπει να προετοιμάσεις τον εαυτό σου για τη μεγαλύτερη αποτυχία της ζωής σου, αλλά και για το μεγαλύτερο θρίαμβο αντίστοιχα. Μοιάζει με το πιο δύσκολο, το πιο τιμωρητέο, το πιο σπαρακτικό μάθημα που έχεις επιχειρήσει να πάρεις ποτέ. Κι ενώ οι άνθρωποι το κάνουν γιατί «θα τους ολοκληρώσει», στην πραγματικότητα φαίνεται να συμβάλλει ακριβώς στο αντίθετο: για το υπόλοιπο της ζωής σου θα είσαι κομματιασμένος και θα υπάρχεις σε περισσότερα από ένα μέρη. Τα παιδιά σου είναι εσύ, αλλά και δεν είναι. Προχωρούν μόνα τους και ζούνε τη ζωή τους

Και υπάρχουν κι εκείνοι που θα σου πουν να κάνεις παιδιά γιατί  αλλιώς θα είσαι μόνος σου όταν γεράσεις, στάση άκρως εγωιστική, η οποία πιθανότατα να είναι αυτή που θα σε καταδικάσει σε μοναξιά γιατί τα παιδιά σου δεν είναι υποχρεωμένα να σε σέβονται ως γονέα ή να σέβονται την πατρότητα, αλλά να εξελιχθούν περισσότερο σε εκείνους τους άτεκνους ανθρώπους που επενδύουν στο μέλλον προσπαθώντας να το κάνουν καλύτερο.

Υπάρχει μια μεγάλη ομάδα ανθρώπων που απλά φροντίζουν την οικογένειά τους ως μονάδα και δεν έχουν κανένα απολύτως ενδιαφέρον για τον υπόλοιπο κόσμο, και δε μοιάζει να βλέπουν τον αντίκτυπο που θα έχει αυτή η στάση στο μέλλον των παιδιών τους. Αυτοί οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σαν παράσιτα.

Είτε έχεις παιδιά είτε όχι, υπάρχει μια βαθύτερη γνώση για το πώς να διατηρηθεί η ροή ώστε να βελτιώνεται η ζωή. Στο πέρασμα της ιστορίας πέθαναν πολλοί άνθρωποι αγωνιζόμενοι για την ελευθερία και τα δικαιώματα και την ποιότητα ζωής που απολαμβάνουμε σήμερα. Και είναι τόσοι πολλοί σήμερα εκείνοι που απλά απολαμβάνουν κούφιες επιφανειακές ανέσεις σκεπτόμενοι «όλα καλά», και υπνοβατούν σε μια ηθική και τεχνολογική δυστοπία, στερούμενοι οποιουδήποτε είδους σοφίας, που θα μας κοστίσει αυτό για το οποίο νοιαζόμαστε περισσότερο, τους απογόνους μας. Οι επόμενες γενιές πρόκειται να συνθλιβούν κάτω από το βάρος της ανευθυνότητας και της αδιαφορίας του σημερινού μέσου όρου και θα υποφέρουν εξαιτίας μιας εγωιστικής, υβριστικής αντίληψης ότι οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν ακριβώς ό, τι τους κάνει χαρούμενους κι ό,τι τους δίνει ευχαρίστηση.

Και τι γίνεται αν τελικά δεν υπάρχει αυτό που ονομάζουμε «κληρονομιά». Βάση της θεωρίας των χορδών, της φυσικής, η ιδέα δηλαδή των πολλών κόσμων διατείνεται ότι η παρούσα στιγμή διακλαδώνεται σε ένα σχεδόν άπειρο αριθμό πιθανών επόμενων στιγμών και η συνείδησή μας με κάποιον τρόπο επιλέγει μία απ’ όλες και μας ωθεί σε ένα μεγαλύτερο δίκτυο δυνατοτήτων. Πράγμα που σημαίνει ότι έχουμε έναν σχεδόν άπειρο αριθμό διαφορετικών «κληρονομιών» , οι οποίες θα μπορούσαν να προκύψουν από εκεί όπου εσείς σταματήσατε.

Για παράδειγμα, σε κάποιο μέλλον, μετά το θάνατό σας θα πρέπει έτσι κι αλλιώς να κλωνοποιηθείτε για να συνεχίσετε. Σε άλλο μέλλον ο κόσμος θα είναι ένα τρομερό μέρος όπου δε θα θέλατε να μεγαλώνουν τα παιδιά σας,  και σε άλλο μέλλον θα είναι ένα υπέροχο μέρος  και θα ναι κρίμα που δεν κάνατε παιδιά. Αλλά δε γνωρίζουμε το νόημα από τίποτα και το μόνο πραγματικά απτό είναι η αγάπη και τα ένστικτά μας και αυτό μάλλον είναι η καλύτερη δυνατή κατευθυντήρια σήμανση που υπάρχει.

Γι’αυτό  και αξίζει να σκεφτούμε αυτά τα αγέννητα παιδιά και να κάνουμε το σωστό πράγμα γι’ αυτά. Κι αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας, πρέπει να παραδεχτούμε ότι επενδύουμε πολύ στον εαυτό μας κι αυτό θα μπορούσε να καταστρέψει τα πάντα, γιατί είμαστε τόσο απορροφημένοι από τις δικές μας πράξεις που δύσκολα θα εγκαταλείψουμε τη συνήθεια αυτή.

Κάποιοι πιστεύουν ότι η πατρότητα αφορά την ολοκλήρωση και την άνεση, αλλά αποδεικνύεται ότι πρόκειται μάλλον για δυσφορία, και η «χαρά» αφορά την πνευματική ανάπτυξη που προκύπτει από τη δυσφορία αυτή. Οι άνθρωποι φαίνεται να ανακαλύπτουν έναν αλτρουισμό που δεν ήξεραν  ότι υπάρχει.  Και αισθάνονται υποχρεωτικά και για πρώτη φορά, αυτό που ονομάζεται «αλυσίδα της ύπαρξης». Γιατί ο αλτρουισμός δεν είναι πραγματικός μια που έχουν επενδύσει γενετικά σε ένα άλλο άτομο. Έτσι αγανακτώ με τους γονείς που ενοχοποιούν τα παιδιά τους λέγοντας «έδωσα τα πάντα για ‘σένα», όταν στην πραγματικότητα τα παιδιά σου, σου κάνουν μια μεγάλη χάρη, όντας οι πρεσβευτές των γονιδίων σου και αυτοί που θα σε εκπροσωπήσουν στο μέλλον.

Αλλά το αίσθημα της παρουσίας κάποιου που είναι στην πραγματικότητα εσύ, σε μια ξεχωριστή συνείδηση ενός άλλου ανθρώπου, είναι μια εμπειρία που σου επιτρέπει να συλλάβεις με έναν τρόπο που δε μπορούσες να δεις πριν, το νόημα της ζωής: τη συνδεσιμότητα. Είμαστε όλοι ενωμένοι και είμαστε όλοι επενδύσεις για το μέλλον.

Αυτό φαίνεται μια συναρπαστική ιδέα και αποδεικνύει ότι υπάρχουν αρκετά καλοί λόγοι  στη ζωή για να τη μεταβιβάσουμε. Ωστόσο, αν γνωρίζεις ήδη γι’αυτήν τη ριμάδα αλυσίδα της ύπαρξης γιατί να κάνεις παιδιά και να μην απολαύσεις τα οφέλη του να είσαι άτεκνος; Γιατί υπάρχουν άνθρωποι που έχουν συναίσθηση ότι υπάρχουν κι άλλα πλάσματα που αισθάνονται με τον ίδιο τρόπο που αισθανόμαστε κι εμείς. Το ξέρουν ήδη και αυτό που θα ήταν πιο ικανοποιητικό είναι να καταστήσουν τη ζωή καλύτερη για τους άλλους ανθρώπους, πράγμα το οποίο μοιάζει πολύ με το να κάνεις παιδιά. Είναι κι αυτό σα να επιθυμείς να φέρεις κάτι στον κόσμο πέρα από τον εαυτό σου. Και για πολλούς ανθρώπους αυτό σημαίνει να αφιερώσουν τη ζωή τους στο να βελτιώσουν τα πράγματα, παρά να θέσουν σε κίνδυνο αυτή τους την ικανότητα φέρνοντας στον κόσμο άλλον έναν άνθρωπο, για τον οποίο δε θα είχαν πλέον καμία δυνατότητα να βελτιώσουν το μέλλον του.

Ελεύθερη απόδοση από το βίντεο της Kerry McCarpet